Γερόντισσα Γαβριηλία. Κρίσεις και Σχόλια στο περιεχόμενο του βιβλίου: «Η  Ασκητική της Αγάπης».

Πρεσβυτέρου Βασιλείου Σπηλιοπούλου

Γερόντισσα Γαβριηλία. Κρίσεις και Σχόλια στο περιεχόμενο του βιβλίου: «Η Ασκητική της Αγάπης» (Αθήνα 2003)*

Προλεγόμενα υπό του Αρχιμ. Σαράντη Σαράντου

(*) Περιοδ. «Θεοδρομία», Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2008, σελ. 565-603.


Μέρος Α΄.

Πρόλογος.
Γενικά.
Α΄. Στοιχεία Συγκρητιστικά.
Β΄. «Μέτρα ασφαλείας».


Μέρος Β ΄.

Γ΄. Ινδουϊσμός – Γκουρουϊσμός.

Μύηση.
Γλωσσολαλιά.
Χορτοφαγία.
Ολιστική θεώρηση του κόσμου.
Yama.
Ανυπαρξία – Νέκρωση.
Διαλογισμός.
Θετική Σκέψη.
Διαφήμιση ινδουϊστών διδασκάλων.
Δεισιδαιμονίες.


Μέρος Γ ΄.

Δ΄. Μηνύματα – Οράσεις – Πλάνες.

Ιαματικό χάρισμα.

Ε΄. Η Αγάπη.
ς΄. Φυσιοθεραπεία.
Ζ΄. Αρίστη εισαγωγή στον Γκουρουϊσμό.
Ως Επίλογος.


Ένα πλήρως συγκρητιστικό βιβλίο

Μέρος Α΄.


Πρόλογος


Στο βιβλίο που ευρέως κυκλοφόρησε: «Η Ασκητική της Αγάπης», της Γαβριηλίας Μοναχής, αναφέρεται το όνομα μου ως ενός από εκείνους που γνώρισαν την Μοναχή.

Πράγματι, είχαμε συναντηθεί μία φορά και ανταλλάξαμε για λίγο κάποιες απόψεις. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει δική μου «εγγύηση» για το βιβλίο, που μεταγενέστερα συνεγράφη από την ομώνυμη συγγραφέα.

Δράττομαι, λοιπόν, της ευκαιρίας να παρουσιάσω με πολλή χαρά την κριτική του παραπάνω βιβλίου, που έχει κάνει ο π. Βασίλειος Σπηλιόπουλος.

Είναι πολύ χρήσιμη η ανάγνωση αυτής της κριτικής από τους αναγνώστες του ογκώδους βιβλίου της Γαβριηλίας, αλλά και από όλο το χριστεπώνυμο πλήρωμα των Ορθοδόξων, για να μάθουν να ξεχωρίζουν το σιτάρι από το άχυρο, το φως από το σκοτάδι, την αλήθεια από το ψέμα.

Δυστυχώς, η πληθώρα των μηνυμάτων και των ακαταπαύστων πληροφοριών της «Νέας Εποχής», αμβλύνουν τις ορθόδοξες συνειδήσεις όλων μας, ακινητοποιούν την δοτή από τον Κύριo μας Ιησού Χριστό ευθυκρισία, αποσκοπώντας να παραπλανήσουν, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς και να τους εντάξουν στο γοητευτικό πανόραμα της Πανθρησκείας.

Θεσμοί θεανθρώπινοι και αρχές αυταπόδεικτες μέχρι τώρα, σχετικοποιούνται, με ύπουλους τρόπους και τελικά αμφισβητούνται από τους «άρχοντες του κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου», τόσο μέσα στην παγκόσμια κοινότητα, όσο και μέσα στην φίλτατη Ορθόδοξη Πατρίδα μας, την Ελλάδα, την οποία αγωνιωδώς πασχίζουν να εκσυγχρονίσουν, ως δήθεν ασυγχρόνιστη και τριτοκοσμική, ξένοι και ντόπιοι «εκσυγχρονιστές».

Είναι πολύ λυπηρό να εμπλέκονται σ’ αυτή την νοοτροπία και στην νεοεποχίτικη «ιεραποστολή», μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και δει μέλη θεσμικά αφιερωμένα στον Χριστό, και μάλιστα να προσπαθούν να εμπλέξουν στην παναίρεση της «Νέας Εποχής» και της Πανθρησκείας το πλήρωμα των πιστών.

Μέσα στις πεντακόσιες σελίδες του κρινόμενου βιβλίου γίνεται μεθοδική προσπάθεια μέσω του ηρωοποιημένου ιεραποστολικού προσώπου, της Γαβριηλίας Μοναχής, από την Γαβριηλία Μοναχή, υποτακτική της, να ισοπεδωθεί η ορθόδοξη αδαμάντινη, αληθεύουσα διδασκαλία, με όλες τις υπόλοιπες κακοδοξίες όλων των ομολογιών και όλων των θρησκειών.

Η Αγία Μοναδικότητα του Θεανδρικού προσώπου του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είναι ανύπαρκτη. Από Ορθόδοξες Μοναχές περιμένει η Εκκλησία την Ορθόδοξη Διδασκαλία και το Ορθόδοξο Ήθος που είναι αποτυπωμένα και τα δύο στα πρόσωπα των Αγίων της Εκκλησίας μας.

Κάθε Άγιος και κάθε Αγία της Ορθοδοξίας μας δεν υπολείπονται καθόλου σε ηρωισμό, σε κατορθώματα και σε Θαύματα, τα οποία ο Χριστός επιτελεί μέσω αυτών για το καλό, για την σωτηρία, για την οικοδομή του Σώματος της Εκκλησίας και των μυρίων μελών της.

Αντίθετα, στις πολυπληθείς σελίδες του βιβλίου « Η Ασκητική της Αγάπης», απουσιάζει η Ορθόδοξη Άσκηση και ταυτόχρονα παραποιείται η εν Χριστώ Ορθόδοξη Θεανθρώπινη Αγάπη. Ο συγκρητισμός, δηλαδή το ανακάτεμα όλων των ξεπερασμένων ομολογιών και θρησκειών, ακυρώνουν το Μοναδικό, Σωτηριολογικό έργο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τα Θαύματα του, την Θυσιαστική του προσφορά, την ένδοξη Ανάσταση του και την εις ουρανούς Αγία Ανάληψη του.

Η έμμεση προβολή του Ινδουϊσμού και του Γκουρουϊσμού, η υποτιθέμενη Γλωσσολαλιά, η Χορτοφαγία, η Ολιστική Θεώρηση του κόσμου, το Παγκόσμιο ή Συμπαντικό Πνεύμα, το Yama, η Ανυπαρξία και η Νέκρωση, ο Διαλογισμός, η Θετική Σκέψη, οι δεισιδαιμονίες, η διαφήμιση του Ράμα Κρίσνα, τα ψευδοοράματα της Γαβριηλίας μαζί με το «ιαματικό χάρισμα», οι «εναλλακτικές θεραπείες», ολοκληρώνουν τον πολυβολισμό της κατά πάντα δοκιμασμένης μέσα στην ελληνική κοινωνία μας Ορθοδόξου, θεανθρώπινης παραδόσεως μας, της μόνης πραγματικά σώζουσας την ανθρώπινη προσωπικότητα.

Είναι όντως άξιο μεγίστης απορίας το πως είναι δυνατόν Ορθόδοξες Μοναχές να αλλοτριώνουν, σε τέτοιο βαθμό και τέτοια έκταση, την εν Χριστώ ζωή!

Δεν είναι για μας άξιο απορίας το πως κατάφερε να κυκλοφορήσει σε δεκατρείς εκδόσεις, αφού το παραπάνω βιβλίο είναι πλημμυρισμένο από το μεταπτωτικό σύνδρομο ενός διάχυτου συναισθηματισμού, ο οποίος παρακινεί το αναγνωστικό κοινό στην διακίνηση του.

Αναρίθμητοι όμως αναγνώστες ακατάπαυστα, μας «ενοχλούν» με την πανομοιότυπη ερώτηση για την γνώμη μας γι’ αυτό το βιβλίο.

Τελικά, φαίνεται ότι μετά από μία νηφάλια, εσωτερική κριτική των απροκατάληπτων αναγνωστών, διαπιστώνεται, άτυπα ή συνειδητά, το αιρετικό περιεχόμενο της « Ασκητικής της Αγάπης», και το βιβλίο τοποθετείται στα πιο ψηλά ράφια της βιβλιοθήκης, για να μη μεταδίδεται η διάβρωση που αρχικά προκάλεσε.

Χρειάζεται προσεκτική μελέτη της καλοπροαίρετης και απόλυτα τεκμηριωμένης κριτικής του Ιεροδιακόνου π. Βασιλείου, ώστε να αποκτήσει ο αναγνώστης ορθά, Θεανθρώπινα κριτήρια, για να μη παραπλανάται από ποταπούς, δαιμονιώδεις συναισθηματισμούς.

* * *


Γενικά


Η « Ασκητική της Αγάπης» διανύει ήδη την 13η έκδοσή του, κυκλοφορεί πλέον και στην αγγλική γλώσσα, και ο όγκος του εκτείνεται σε 500 σελίδες.

Σε πολλές Ενορίες της χώρας μας έχει, δυστυχώς, χρησιμοποιηθεί ή χρησιμοποιείται ακόμα, ως εγχειρίδιο των κατηχητικών σχολείων.

Κατά την γνώμη μας, το βιβλίο αυτό στοχεύει στην προώθηση του λαϊκού οικουμενισμού, στην προώθηση δηλαδή ανάμεσα στους απλούς Ορθοδόξους Χριστιανούς κληρικούς και λαϊκούς της διδασκαλίας, ότι όλες οι θρησκείες κατέχουν μέρος της αλήθειας και συνεπώς, όχι μόνο δεν δικαιούμεθα να απορρίπτουμε τις διάφορες διδασκαλίες τους, αλλά έχουμε χρέος ιερό να τις αποδεχθούμε, ώστε να φθάσουμε κάποτε στην επιθυμητή, για τους φορείς αυτής της ιδέας ένωση όλων των θρησκειών σε μία.

Αποτελεί, άρα, πράξη μίσους, φανατισμού ή «φονταμενταλισμού» κατά την μοντέρνα ορολογία, και μισαλλοδοξίας η εμμονή στα Δόγματα, τους Κανόνες και τις Παραδόσεις της Εκκλησίας μας και η απόρριψη των υπολοίπων ομολογιών και δοξασιών, φαινόμενο που, κατά την συγγραφέα, οφείλεται σε διάφορα κόμπλεξ και φοβίες που μας διακατέχουν.

Πρέπει να τονίσουμε ότι η διδασκαλία αυτή είναι η θεμέλιος διδασκαλία του κινήματος της «ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ» [1], το οποίο διακηρύσσει, ότι ο Θεός είναι παντού και το οποίο μεθοδεύει συστηματικά την ένωση των θρησκειών και την δημιουργία της ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΣ.

Η Αλήθεια, όμως, δεν είναι, ούτε μπορεί να γίνει διαπραγματεύσιμο μέγεθος. Την Αλήθεια μόνον εμείς, ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και πάντα ως μέλη της Μιας, Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, «κατέχουμε», και μάλιστα καθ’ ολοκληρίαν, διότι δεν πρόκειται για μια αφηρημένη ή απρόσωπη έννοια, αλλά για το ίδιο το Πρόσωπο του Κυρίου, που σαφέστατα μας φανέρωσε, ότι Αυτός είναι «η Οδός, η Αλήθεια και η Ζωή» ( Ιω. 14, 6).

Ας δούμε όμως τα πιο εμφανή και αποκαλυπτικά σημεία που επαληθεύουν τόσο την ύπαρξη ενός ανελέητου και νεοεποχίτικου συγκρητισμού, όσο και τις πλάνες των ανατολικών θρησκειών, οι οποίες είναι διάσπαρτες σ’ όλο το βιβλίο, «μεταμφιεσμένες» επιμελώς σε Ορθόδοξη πνευματικότητα.

[1]. Πρόκειται για παλιά σκέψη που συναντάται σε εξωχριστιανικές θρησκείες. Σύμφωνα μ’ αυτή, η ανθρωπότητα περνάει από συνεχή εναλλαγή ορισμένων εποχών και δεν ακολουθεί οριζόντια τροχιά. Ο μοντέρνος όρος «New Age (Νέα Εποχή)» είναι παρμένος από την αστρολογία που πιστεύει, ότι για να περάσει το ηλιακό σύστημα από ένα ζώδιο σ’ ένα άλλο, χρειάζεται περισσότερα από 2.100 χρόνια. Στις μέρες μας τελειώνει, όπως πιστεύουν, η εποχή του Ιχθύος δηλαδή του Χριστιανισμού, μια εποχή, κατ’ αυτούς πάντα, περιορισμού και στενότητας και μπαίνουμε στην εποχή του Υδροχόου.

Βλ. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Αποκρυφισμός, Γκουρουϊσμός, Νέα Εποχή, σελ. 7 κ.ε. και Η Αστρολογία στο φως της Ορθοδοξίας, σελ. 58.

* * *


Αʹ. Στοιχεία Συγκρητιστικά


Όπως προείπαμε το βιβλίο αυτό προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη, ότι οι χριστιανικές και μη ομολογίες δεν απέχουν πολύ από την αλήθεια.

Αυτό επιτυγχάνεται με διαφόρους τρόπους, όπως με την αναφορά σε πάμπολλους αλλοθρήσκους και ετεροδόξους φίλους της Γερόντισσας, με τους οποίους διατήρησε σχέσεις σ’ όλη της την ζωή, χωρίς ωστόσο να τους μεταστρέψει ή έστω να καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια. Αντίθετα, τους θεωρεί συχνά και ως αγίους (π.χ. σελ. 212 και 407) ή υπόδειγμα χριστιανών (σελ. 72) [2] και γι’ αυτό συνομιλεί μαζί τους για τον Θεό (για ποιο Θεό άραγε;).

[2] Γράφοντας στον αλλόθρησκο Άμπε, λέει:

– «Διαβάζοντας χθες τις Πράξεις των Αποστόλων στο κεφάλαιο 4, 34, έψαξα μέσα στην καρδιά μου να βρω έναν τέτοιο χριστιανό. Εσύ και ο Yehouda ήρθατε στο νου μου! Και να σκεφτείς ότι κανένας από τους δύο σας δεν είναι Χριστιανός κατ’ όνομα!».

Αυτή η τελευταία φράση αποδεικνύει το συγκρητιστικό χαρακτήρα του βιβλίου, τονίζοντας ότι τα έργα και όχι η πίστη και το άγιο Βάπτισμα, το οποίο, καθώς φαίνεται, μόνο το όνομα του Χριστιανού προσφέρει και τίποτε παραπάνω, σώζουν. Άρα λοιπόν, οι πάντες δύνανται να σωθούν όπου και αν πιστεύουν, αρκεί να είναι άνθρωποι ηθικοί και «ενάρετοι». Υποβιβάζεται άρα ο Χριστιανισμός σε μια ηθική ιδεολογία.

* * *

Ας αναφερθούμε, όμως, αναλυτικώτερα:

Στη σελ. 15, ένας αγγλικανός «θεολόγος», αναγνωρίζει την «εν Χριστώ ζωή της». Είναι αυτονόητο πως αυτό προϋποθέτει κοινό βίωμα και κοινή πίστη για τον Χριστό, η οποία φυσικά δεν μπορεί να ταυτιστεί με την ορθόδοξη πίστη, γιατί σ’ αυτή την περίπτωση ο αγγλικανός θα είχε επίμονα ζητήσει και λάβει το ορθόδοξο Βάπτισμα.

Στη σελίδα 27, αναρωτιέται η συγγραφέας σε τι θα μπορούσε να ενοχλεί την Γερόντισσα η συνεργασία, ακόμα και η μισθοδοσία από Εβραίους; Πόσο είναι σύμφωνη η τακτική αυτή που παρουσιάζεται ως αρετή και προβάλλεται ως απόδειξη της υπέρμετρης αγάπης που είχε η Γερόντισσα προς όλους με τα λόγια του Ευαγγελιστού Ιωάννου που μας λέει: «εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε» (Βʹ Ιωάν. 1, 10); Μήπως τελικά η Γερόντισσα διέθετε μεγαλύτερη αγάπη απ’ αυτόν που η ίδια η Εκκλησία ονόμασε «Μαθητή της Αγάπης»;

Στην σελ. 33, βλέπουμε την στενή σχέση της Γερόντισσας με την αίρεση των Κουακέρων [3]. Το έργο τους στην Θεσσαλονίκη διαφημίζεται ως σπουδαίο, ενώ η ίδια κατέχει θέση διευθύντριας στην σχολή τους, αλλά και διδασκάλου του Ευαγγελίου. Ποιος αφελής θα μπορούσε ποτέ να πιστέψει πως, αν οι απόψεις της και η ερμηνεία που έδινε στο Ευαγγέλιο δεν ταυτίζονταν απόλυτα μ’ αυτές της αιρέσεως, θα της εμπιστεύονταν τις δύο, αναμφισβήτητα, πιο ευαίσθητες θέσεις σε τέτοια αίρεση;

Παράλληλα δίδεται στον αναγνώστη η εσκεμμένη εντύπωση πως οι Κουάκεροι είναι ομάδα ορθοδόξων χριστιανών με σπουδαίο μάλιστα έργο και δραστηριότητες, εντύπωση εσφαλμένη και άκρως επικίνδυνη ακόμα και προσηλυτιστική. Στις σελ. 40-41, παρουσιάζεται η σχέση της με δύο ακόμη Κουάκερους, ενώ φιλοξενείται και στον ξενώνα τους (σελ. 46).

[3] «Οι Κουάκεροι, από το άλλο μέρος, συνέβαλαν στην υποκειμενική και εύθικτη ποιότητα του έθνους μας, κάτι ισοδύναμο, αλλά σε θρησκευτικό επίπεδο, με το κυρίαρχο σύνθημα του Ρουσσώ, “επιστροφή στην φύση”, που χαρακτηρίζει το κίνημα του Ρομαντισμού… Η σχεδόν πλήρης υποκειμενοποίηση και ιδιωτικοποίηση της πνευματικής “κλήσης” και του “εσωτερικού φωτός” εκλαϊκεύτηκαν από τους Κουάκερους… Η διδασκαλία, η λειτουργία και η καθοδήγηση αντικαταστάθηκαν από την προσωπική συνείδηση και διαίσθηση» (Frank Schaeffer, Αναζητώντας την ορθόδοξη πίστη στον αιώνα των ψεύτικων θρησκειών).

Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, θα μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε φαινόμενα που θα συναντήσουμε πιο κάτω, όπως την υπερβολική αγάπη της Γερόντισσας για την φύση, τον έντονο συναισθηματισμό-ρομαντισμό, την απουσία πνευματικού Πατέρα και καθοδηγητή, ή την αποστασιοποίηση απ’ αυτόν ακόμα και στις μεγάλες αποφάσεις όπως η καλογερική, η άποψη της, ότι η ελευθερία εξαρτάται μόνο από την σχέση του εαυτού μας, με τον εαυτό μας και άλλα παρόμοια.

Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι ο Schaeffer γνωρίζει πολύ καλά τον Προτεσταντισμό, αφού προέρχεται και μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία απ’ αυτόν.

Στην σελ. 63, κάποιος Μεθοδιστής Ιεραπόστολος ζητά τις προσευχές της για να λάβουν και άλλη χάρη απ’ τον Θεό. Αυτό παραμένει ασχολίαστο και διδάσκει για μια ακόμη φορά πως η Χάρις δεν είναι προνόμιο των Ορθοδόξων. Η Χάρις όμως του Θεού, το Άγιο Πνεύμα ενεργεί μόνο στους κόλπους της Ορθοδόξου Εκκλησίας και «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας» (Ιδιόμελο της Εορτής του Αγίου Πνεύματος).

Στην σελ. 42, ο «θρασύς συγκρητισμός» ξεπερνάει κατά πολύ τα όρια, καθώς, όπως διαβάζουμε, η Αυρηλία, η Γερόντισσα ως λαϊκή, φεύγοντας για την Ινδία, πήρε μαζί της μόνο δύο βιβλία. Το ένα ήταν το Ευαγγέλιο και το άλλο ένα βιβλίο του γκουρού Sivananda [4]. Και ενώ για το Ευαγγέλιο ούτε λόγος γίνεται, το βιβλίο του γκουρού την ενθουσιάζει τόσο πολύ, που ψάχνει απεγνωσμένα τον συγγραφέα του. Αυτός με την σειρά του, «ως εκ θαύματος», την ακολουθεί παντού και την βοηθά πολύ περισσότερο στο ξεκίνημά της στην Ινδία [5], για να μας αποδείξει, άτυπα έστω, πόσες δυνάμεις κρύβονται στον Ινδουϊσμό και στους γκουρού, τις οποίες αν και αγνοούμε, μπορούμε όμως σταδιακά να ανακαλύψουμε και να ευεργετηθούμε απ’ αυτές.

[4] «Φεύγοντας πήρε μαζί της δύο βιβλία μόνο. Το Ευαγγέλιο και ένα βιβλίο που της χάρισε την τελευταία στιγμή μια φίλη της που άκουσε ότι φεύγει για Ινδία. Το είχε γράψει ένας πολύ γνωστός εκείνη την εποχή Ινδός, ο Γκουρού Sivananda» ( Η Ασκητική της Αγάπης, σελ. 42).

Ίσως εδώ να είναι δόκιμη η λαϊκή ρήση: Με τέτοιους φίλους τι να τους κάνεις τους εχθρούς;

[5] « Εκείνος μόλις του μίλησε για το βιβλίο του Sivananda προθυμοποιείται και την παραπέμπει στον αδελφό του που, ω! του θαύματος, ήταν υπάλληλος στο ινδικό προξενείο!» (σελ. 43).

Στην σελ. 50-51, γίνεται σύγκριση γκουρουϊστικών τεχνικών με ορθόδοξες απόψεις. Θεωρεί, δηλαδή, η Γερόντισσα πως στον Ορθόδοξο Μοναχισμό, όπως και στον Ινδουϊστικό, είναι σύνηθες φαινόμενο η προσπάθεια του ασκητή να γίνεται αόρατος απ’ τους ανθρώπους, πράγμα εντελώς ξένο και άγνωστο στην δική μας ασκητική παράδοση.

Στην σελ. 53, συγκρίνεται και η ινδουϊστική με την ορθόδοξη λατρεία, χωρίς να απουσιάζει από τον κατάλογο των «ομοιοτήτων» και η διαρκής επίκληση του ονόματος του Θεού, που δήθεν υπάρχει και στις δύο λατρείες με μοναδική διαφορά το όνομα του Θεού που ο ασκητής επικαλείται [6]. Φυσικά, η διαφορά είναι πολύ πιο ουσιαστική, ενώ έντεχνα περνά και πάλι το μήνυμα, ότι όλες οι θρησκείες έχουν την αλήθεια με μόνη διαφορά το όνομα που προσδίδουν στο Θείο.

[6] Ο Ορθόδοξος ασκητής ή χριστιανός επικαλείται, κατά την προτροπή του Αποστόλου Παύλου, αδιαλείπτως το όνομα του Θεού, για να ελκύσει το έλεος του, αισθανόμενος την αμαρτωλότητα του αλλά και την αδυναμία του να ξεφύγει απ’ αυτήν χωρίς την βοήθεια του Θεού και την επισκίαση της θείας του Χάριτος.

Αντίθετα, ο ινδουϊστής επικαλείται τον Θεό ως μέσο για να διεισδύσει μέσα στον ίδιο του τον εαυτό.

Διαβάζουμε σχετικά: «Για παράδειγμα, μπορούμε να αρχίσουμε να συγκεντρωνόμαστε στο όνομα και την μορφή του Ιησού Χριστού. Μετά από έντονη εξάσκηση θ’ αρχίσουμε να αισθανόμαστε τον Χριστό, όχι σαν άνθρωπο με μορφή πια, αλλά σαν ενέργεια, σαν φως, σαν συνειδητότητα, σαν δόνηση, σαν το Λόγο…» (Ρόμπερτ Νατζέμυ). [π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός ή προσευχή; σελ. 63].

Είναι άρα εμφανές ότι δεν μιλάμε για το ιστορικό και υπαρκτό πρόσωπο του Κυρίου μας, αλλά για ένα βοήθημα στην προσπάθεια για ΑΥΤΟΘΕΩΣΗ για μια καθαρά δαιμονική παρουσία και εμπειρία, κάτι ανάλογο με τα λόγια του όφεως στην Εύα.

Στην σελ. 54, διαφημίζεται ο Rama Krishna, ως επηρεασμένος τάχα από τον Χριστιανισμό, ενώ στην σελ. 47, παρατίθενται αρκετά ονόματα μεγάλων γκουρού που γνώρισε η Γερόντισσα, προφανώς για να ξέρουν που πρέπει να απευθυνθούν οι ενδιαφερόμενοι για την ινδική φιλοσοφία και τις τεχνικές της.

Λίγο πιο κάτω προσπαθεί η συγγραφέας να μας πείσει, ότι η Εβραία φίλη της πίνει από το σταυρωμένο νεράκι, όταν ταυτόχρονα ο Απόστολος Παύλος μας λέει ότι «Σταυρός Ιουδαίοις σκάνδαλον».

Σε τι αποσκοπεί η παραπλάνηση αυτή, παρά στο να πιστεύσουμε, ότι οι οπαδοί των άλλων θρησκειών δεν διακατέχονται από τον ίδιο «φανατισμό», από τον οποίο δήθεν διακατεχόμαστε εμείς οι ορθόδοξοι;

Ακόμα, γίνεται σύγκριση του Μοναχισμού με την αρχαία Ελλάδα, σε μια εποχή που η νεοειδωλολατρία και η λατρεία του Δωδεκαθέου βρίσκεται σε έξαρση και ιδιαίτερα στη χώρα μας (σελ. 106).

Αλλού, η Γερόντισσα προσκαλείται να προσευχηθεί μέσα σε τζαμιά (σελ. 44), χωρίς να αναφέρεται το αν τελικά αποδεχόταν την πρόσκληση αυτή, μολονότι η πράξη αυτή επαινείται από την συγγραφέα.

Πάντως η προσκύνηση των τζαμιών δεν αντιβαίνει στο πνεύμα του βιβλίου, αφού οι Μουσουλμάνοι, οι Ινδουϊστές αλλά και οι Εβραίοι, έχουν τον Θεό μέσα τους και οδηγούνται από το ίδιο πνεύμα του Θεού, όπως η ίδια η Γαβριηλία υποστηρίζει (σελ. 325) [7].

[7] «Μου έλεγαν πολλές φορές: Γιατί θεωρείς τους Ινδούς σαν δικούς σου; ή τους Μουσουλμάνους, ή τους Εβραίους; Μα, γιατί εγώ βλέπω τον ίδιο τον Χριστό μέσα τους που ίσως συνειδητά δεν τον γνώρισαν ακόμα… Και έβλεπα πολλούς απ’ αυτούς με τις πράξεις τους να κάνουν αυτό που τους οδηγούσε να κάνουν το πνεύμα του Θεού…».

Εντύπωση προκαλεί η λέξη ίσως που σημαίνει ότι ακόμα και χωρίς την Χάρη του Βαπτίσματος κάποιοι έχουν πιθανόν συνειδητά γνωρίσει τον Χριστό.

Ακόμα, ο Ραμασάντρα αναφέρεται ως σπουδαίος άνθρωπος που ζει κατά Χριστόν (σελ. 234), ενώ διαρκής είναι και η αναφορά στα χαρίσματα του Baba Amte (σελ. 403). Γίνεται λοιπόν εμφανής η άποψη της Γαβριηλίας πως όλοι μπορούν να ζουν και να πορεύονται κατά Χριστόν και, συνεπώς, είναι εντελώς άχρηστο το άγιο Βάπτισμα και ένδειξη μίσους η αντίθετη άποψη.

* * *

Τα πιο χαρακτηριστικά, όμως σημεία συγκρητισμού στο βιβλίο είναι τα εξής:

α) Στην σελ. 101, αναφέρεται πως αφού έγινε Μοναχή και κάποια μέρα συναντήθηκε με δύο Ινδούς μοναχούς από το Ashram του Sivananda, αυτοί της είπαν: «Τώρα είσαι πραγματική αδελφή μας. Ράσο εσύ – ράσο εμείς».

Στην φράση αυτή συμπυκνώνεται όλη η διδασκαλία του βιβλίου, αλλά και της «Νέας Εποχής». Με τον τρόπο μάλιστα που είναι διατυπωμένο, περνάει το μήνυμα τόσο ότι, ως ορθόδοξοι, χρήζουμε μιας αναγνωρίσεως από τα άλλα, πιο «πνευματικά» και μυστικιστικά θρησκεύματα, όσο και ότι οι Ινδοί, ως μεγαλόψυχοι και αφανάτιστοι, μας παρέχουν αυτή την αναγνώριση και αποδέχονται απόλυτα την ασκητική μας που λίγο φυσικά απέχει από τη δική τους. Είναι η βάση μιας σύγκρισης μεταξύ της δικής μας Ασκητικής Παραδόσεως και της ινδουϊστικής, δηλαδή της γιόγκα και του διαλογισμού, με την προσευχή, ιδιαίτερα την νοερά προσευχή και γενικώς την ορθόδοξη λατρεία μας.

Στα ίδια, εξάλλου, πλαίσια, κινούνται και οι σκέψεις της Γερόντισσας στην σελ. 245-246, όπου και εκεί δεν παραλείπει, με μια σκόπιμα μπερδεμένη πρόταση, να μας πει ότι εκείνο που σώζει είναι η λιτότητα, η πτωχεία και η στενή οδός, η οποία, όμως συγκεκαλυμμένα παρακάτω, βιώνεται και στα Ορθόδοξα Μοναστήρια και στα Άσραμ [8].

[8] «Μα το είπε ο Κύριος. Στενή η οδός η άγουσα στην Αλήθεια… Και με πήγε με το χέρι Του. Και πάλι την άλλη μέρα αλλού κι αλλού, στο Νοσοκομείο ενός μεγάλου Κοινοβίου με Μοναχούς όπου κι εκεί ήταν όλα λιτά, όπως στα δικά μας Μοναστήρια…». (Η Ασκητική της Αγάπης, σελ. 245-246).

Εάν προσέξουμε τις λέξεις που είναι γραμμένες με το αρχικό γράμμα κεφαλαίο, μπορούμε να συμπεράνουμε τα εξής: α. Όποιος βαδίζει την στενή οδό οδηγείται στην Αλήθεια άρα στον Χριστό. Αρκεί λοιπόν το να ζει κανείς λιτά για να αγιάσει. β. Κοινόβιο και Μοναχοί και Μοναστήρια, ινδουϊστές και Ορθόδοξα Μοναστήρια είναι το ίδιο πράγμα. Αυτό εξάλλου φαίνεται και από την φράση που υπογραμμίσαμε εμείς.

β) Το δεύτερο σημείο το εντοπίζουμε στη σελ. 39. Εκεί αναφέρεται πως ως Έλληνες τρέφουμε «έμφυτο» σεβασμό για την ινδική φιλοσοφία, γιατί και οι Ινδοί, όπως και εμείς, έχουν μια ψυχική λεπτότητα, η οποία είναι αποτέλεσμα της καλλιέργειας τους. Γράφει ακόμα πως υπάρχουν στην Ινδία σοφοί που έχουν ολοκληρωτικά αφιερωθεί στον Θεό, χωρίς την παραμικρή νύξη για το γεγονός ότι, δεν υπηρετούν τον ίδιο Θεό, τον μοναδικό Θεό, που διακονούμε εμείς.

Πράγματι, αν λάβουμε την λέξη Έλληνες με την συνήθη αγιογραφική της σημασία, ως ειδωλολάτρες δηλαδή, τότε δεν μπορούμε παρά να συμφωνήσουμε. Αν όμως δεχθούμε ότι οι Έλληνες, ως Ορθόδοξος λαός, παραμείναμε ανέκαθεν αμετακίνητοι στην Πίστη και στις Παραδόσεις μας, τότε τι κοινό μπορούμε να βρούμε μεταξύ του Φωτός και του σκότους, της Αληθείας και του ψεύδους και του πατρός αυτού Διαβόλου; Απολύτως κανένα, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπ’ όψιν το γεγονός ότι οι Πατέρες μας οι σοφοί και άγιοι, δεν δέχθηκαν να βάλουν στο Σύμβολο της Πίστεως μας ούτε μία φορά οποιαδήποτε λέξη που να αρχίζει από το γράμμα Ψ, αρχικό της λέξεως «Ψεύδος», διδάσκοντας μας, ότι καμμιά κοινωνία δεν μπορούμε και δεν πρέπει να έχουμε με το ψεύδος και ότι η Πίστη μας είναι η μόνη που δεν εμπεριέχει ίχνος ψεύδους, η μόνη που εμπεριέχει την Αλήθεια.

Πρέπει όμως να τονίσουμε, ότι πραγματικά σοφός είναι μόνον αυτός που κοινωνεί με την σοφία του Θεού, την όντως Σοφία, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και γίνεται θεός κατά χάριν, πράγμα που αδυνατούν να δεχθούν οι Ινδουϊστές, οι οποίοι ελπίζουν μόνο στις εσωτερικές τους δυνάμεις και στην δυνατότητα αυτοθεώσεως.

Στη σελ. 184, τέλος, συγκρίνονται και οι αγιασμένες μορφές των Προφητών με τις μορφές των γιόγκι και των γκουρού.

Δεν πρέπει όμως να εξαιρέσουμε απ’ αυτό το κεφάλαιο και την «Μίμηση του Χριστού». Η «Μίμηση του Χριστού» είναι ένα πασίγνωστο βιβλίο, που εκφράζει όλο τον ευσεβισμό και την λογικοκρατία της Δύσεως και που καμμία σχέση δεν έχει με την Ορθόδοξη Πνευματικότητα και την Ορθόδοξη και Πατερική Μίμηση Χριστού.

Το βιβλίο αυτό η Γερόντισσα το αγαπούσε ιδιαιτέρως καθώς και τον συγγραφέα του, όπως φαίνεται στη σελ. 205, όπου συγκαταλέγεται η «Μίμηση του Χριστού» στα βιβλία που συνιστούσε στους άλλους προς μελέτη, καθώς και στη σελ. 77, όπου συμβαδίζει με τον συγγραφέα του Θωμά Κεμπήσιο και ένα ακόμη ετερόδοξο μοναχό.

Έχει αποδοθεί (ενν. η Μίμηση του Χριστού) στον Θωμά Κεμπήσιο, που υπήρξε ένας παπικός ασκητικός συγγραφέας. Φαίνεται, ότι το βιβλίο αυτό είναι ενταγμένο μέσα στα δυτικά πλαίσια και εκφράζει την πνευματικότητα του δυτικού ανθρώπου. H μετάφραση του, με την παράλληλη παραθεώρηση των πατερικών κειμένων, συντέλεσε στην προσπάθεια δυτικοποίησης των Ορθοδόξων. Βέβαια είναι γεγονός, ότι όταν κανείς διαβάσει την “Μίμηση του Χριστού” θερμαίνεται συναισθηματικά, αλλά όμως εκτρέπεται, χωρίς να το καταλάβει, από την γνήσια έκφραση της ορθοδόξου παραδόσεως.

Φρονούμε, λοιπόν, πως και το βιβλίο που μελετάμε, έχει τις ίδιες ακριβώς και ακόμα επιβλαβέστερες επιδράσεις, γιατί εκτός από τον νοσηρό συναισθηματισμό, τον οποίο εκπέμπει, προβάλλει και επικίνδυνες τεχνικές και δοξασίες.

Αναφέρουμε μερικά μόνο σημεία του βιβλίου, στα οποία επιχειρείται να συγκριθεί η ορθόδοξη με την ινδουϊστική «πνευματικότητα», μεταξύ των οποίων, δυστυχώς, δεν ανευρίσκεται από την συγγραφέα καμμία διαφορά.

Μια όμως προσεκτική και απαλλαγμένη προκαταλήψεων ματιά, από ένα «κριτικό» μάτι θα ανασύρει, σχετικά εύκολα, άπειρα τέτοια σημεία, αφού αυτός είναι και ο σκοπός του εν λόγω βιβλίου.

* * *


Βʹ. «Μέτρα ασφαλείας»


Είναι μαθηματικά βέβαιο, όμως, πως αν όλα αυτά τα στοιχεία δίνονταν στον αναγνώστη χωρίς την απαραίτητη επικάλυψη, τότε δύσκολα θα έπεφτε στην παγίδα.

Για το λόγο αυτό η συγγραφέας έχει φροντίσει να πάρει τα κατάλληλα, ψυχολογικά κυρίως, μέτρα ασφαλείας, ώστε δύσκολα κάποιος να υποψιαστεί μήπως όλα αυτά δεν είναι και τόσο σωστά ή ορθόδοξα.

Εκτός λοιπόν από το συγκεκαλυμμένο τρόπο, με τον οποίο δίδονται κάποιες πληροφορίες, αλλά και τον καταιγισμό με αυτές, έτσι ώστε ο αναγνώστης να μην προλαβαίνει να τις επεξεργάζεται, θα αναφέρουμε δειγματοληπτικά μερικά από τα ψυχολογικά «μέτρα ασφαλείας».

* * *

Στην σελ. 44, αναφέρεται η πρόσκληση προς την Γερόντισσα να προσκυνήσει στα μικρά τζαμιά των ξενοδοχείων, τονίζεται όμως ταυτόχρονα πως αυτό αποτελεί ηρωϊκή πράξη «στην δική μας εποχή του Φονταμενταλισμού». Αυτομάτως, λοιπόν, χαρακτηρίζεται φονταμενταλιστής όποιος δεν δει με καλό μάτι την πράξη αυτή.

Στην επόμενη σελίδα, αναφέρεται η συγγραφέας στα λόγια κάποιου ιεράρχη, ο οποίος λέει πως «εμείς οι Χριστιανοί κινδυνεύουμε μόνο από τις αδυναμίες μας». Άρα λοιπόν είναι αδύνατοι στην πίστη όσοι, ακολουθώντας την τακτική των Πατέρων και της Εκκλησίας, δεν αναπτύσσουν ιδιαίτερες σχέσεις με αιρετικούς και αλλοθρήσκους και κυρίως δεν προσεύχονται μ’ αυτούς κατά τον ιεράρχη αυτόν. Αντιθέτως είναι πολύ πιστοί, όσοι κυριολεκτικά, διαπραγματεύονται τον Θεό και την Αλήθεια.

Με τα λόγια αυτά, και μάλιστα από το στόμα ενός ορθοδόξου αρχιερέως πιστεύει η συγγραφέας και δυστυχώς εν μέρει δικαιολογημένα πως θα εξαλείψει κάθε ενδεχόμενη αντίρρηση.

Μήπως, όμως, είναι προτιμότερο για μας να υπακούσουμε στα λόγια του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, που αναφέραμε στην εισαγωγή, αλλά και του ίδιου του Κυρίου που παραγγέλλει: «Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν» (Ματθ. 7, 15), παρά σε ένα ιεράρχη, όποιος και αν είναι αυτός.

Πώς είναι δυνατόν, εξάλλου, να πιστέψουμε πως αμέτρητοι ξένοι είδαν το φως της Ορθοδοξίας, όπως αναφέρεται λίγο πιο κάτω, όταν δεν κατονομάζονται παρά μόνον ένας ή δύο; Δεν θα έκανε η συγγραφέας συστηματική αναφορά στις πραγματικές επιτυχίες της Γαβριηλίας, όταν κάνει το ίδιο για όλες τις πλάνες της; Δεν έχει γίνει ήδη κατανοητό πως η οποιαδήποτε προσπάθεια μεταστροφής αλλοθρήσκων και ετεροδόξων στην Ορθοδοξία εκλαμβάνεται από την Γερόντισσα ως δείγμα φανατισμού;

Στην σελ. 49, γράφεται πως η Γερόντισσα έγινε ένα «παράθυρο στην Ορθοδοξία» για τους άλλους, και στον κόσμο για εμάς, ανοίγοντας ένα βαθύ ρήγμα στην «επίκτητη φοβία μας». Τονώνει δηλαδή, η συγγραφέας τον εγωϊσμό μας, ώστε να λειτουργήσει ανασταλτικά προς τις ενστάσεις μας, αφού κανείς δεν θέλει να κουβαλάει τον τίτλο του φοβισμένου.

Στην σελ. 122, προλαμβάνονται για μια ακόμη φορά πιθανές αντιρρήσεις, αφού η συγγραφέας μας λέει πως η Γαβριηλία ήταν η μόνη που είχε το θάρρος για τέτοιου είδους ανοίγματα και πως οι υπόλοιποι Μοναχοί μας δεν είναι και τόσο εργατικοί, αλλά παραμένουν κλεισμένοι στο Μοναστήρι τους, καθώς και ότι η Γερόντισσα είχε την ευλογία για κάτι τέτοιο, από έναν αναγνωρισμένο Γέροντα (τον π. Αμφιλόχιο).

Ωστόσο, ο Γέροντας αυτός έχει κοιμηθεί πολύ νωρίτερα (1976) από την πρώτη έκδοση του βιβλίου (1996), όπως, βέβαια, και πολλοί άλλοι που αναφέρονται σ’ αυτό για να στηρίξουν την δήθεν αγιότητα της Γερόντισσας Γαβριηλίας. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία πρέπει να μας βάλει σε υποψίες για τα κίνητρα της συγγραφέως.

Τέλος, στην σελ. 288, παρερμηνεύεται η αγάπη που οφείλουμε προς όλους και προβάλλεται η Γερόντισσα ως ομολογήτρια της πίστεως, ενώ όσοι διαφωνούν ονομάζονται διώκτες της πίστεως.

Είναι ανάγκη, όμως να ξεφύγουμε απ’ όλες τις παραπάνω καλοστημένες παγίδες.

Ας απαντήσουμε στις κατηγορίες που κινδυνεύουμε να ελκύσουμε, διαφωνώντας με τις τακτικές αυτές (φανατικός, φονταμενταλιστής, φοβισμένος, άπιστος, μισαλλόδοξος κ.α.), με τα λόγια του Χριστού και του Ευαγγελιστή της Αγάπης, που ήδη αναφέραμε, αλλά και του Αποστόλου Παύλου, που μας παρακαλεί «σκοπεῖν τοὺς τὰς διχοστασίας καὶ τὰ σκάνδαλα παρὰ τὴν διδαχὴν ἣν ὑμεῖς ἐμάθετε ποιοῦντας, καὶ ἐκκλίνατε ἀπ’ αὐτῶν» (Ρωμ. 16, 17), που μας ξεκαθαρίζει ότι «οὐ θέλω δὲ ὑμᾶς κοινωνοὺς τῶν δαιμονίων γίνεσθε» (Αʹ Κορ. 10, 20) και μας εφιστά την προσοχή «βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν» (Κολ. 2, 8).

Ας απαντήσουμε ακόμα με τα λόγια των πνευματοφόρων Πατέρων μας, οι οποίοι ξεκάθαρα μας προειδοποιούν, λέγοντας ότι «εἴ τις κληρικὸς ἢ λαϊκὸς εἰσέλθῃ εἰς συναγωγὴν ᾿Ιουδαίων ἢ αἱρετικῶν προσεύξασθαι καὶ καθαιρείσθω καὶ ἀφοριζέσθω» (Κανών ΞΕʹ των Αγίων Αποστόλων) [10].

[10]. Παρόμοια αναφέρουν και οι Κανόνες ζʹ, μεʹ, οαʹ των Αγίων Αποστόλων, ιαʹ της Στʹ Οικουμενικής Συνόδου, αʹ της εν Αντιοχεία, στʹ, λβʹ, λγʹ και ληʹ της εν Λαοδικεία και άλλοι.

Τίθεται λοιπόν το ερώτημα:

Η Γερόντισσα Γαβριηλία είχε μεγαλύτερη αγάπη απ’ αυτή των Πατέρων, των Αποστόλων ακόμα και του Κυρίου; Σε ποιον, τελικά, οφείλουμε να υπακούσουμε και ποιον να εμπιστευθούμε και να ακολουθήσουμε, την ίδια την Αλήθεια, ή μια πλανεμένη Μοναχή;


Μέρος Β΄.

Γʹ. Ινδουϊσμός – Γκουρουϊσμός


Ας περάσουμε όμως σε κάτι πιο επικίνδυνο και σημαντικό.

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της «Νέας Εποχής» είναι η αντιστροφή χριστιανικών όρων. Αυτό, πολύ απλά, σημαίνει πως οι διάφορες ομάδες της «Νέας Εποχής» παίρνουν έναν όρο συνηθισμένο στην Ορθόδοξη Πνευματικότητα και του προσδίδουν νόημα τελείως διαφορετικό και ξένο.

Παίρνουν π.χ. τον όρο προσευχή και τον ταυτίζουν με το περιεχόμενο του όρου διαλογισμός, για να ελκύσουν τα ανυποψίαστα θύματά τους ευκολώτερα, κάμπτοντας πιθανούς ενδοιασμούς και παρασύροντας, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς, αφού γίνεται λόγος για χριστιανικές αρετές και μεθόδους.

Το φαινόμενο της αντιστροφής είναι πολύ σύνηθες και στο βιβλίο αυτό. Με έξυπνο ομολογουμένως τρόπο, ετοιμάζεται ο αναγνώστης να δεχθεί την ινδουϊστική φιλοσοφία και ζωή, εφόσον μάλιστα παρουσιάζεται ως γνήσια μορφή ορθοδόξου πνευματικότητας, κατηχείται και σταδιακά μυείται, ακουσίως μάλιστα, σ’ αυτήν και κινδυνεύει να απομακρυνθεί από την ζωή της Εκκλησίας ή να παραμείνει τυπικά σ’ αυτήν, προσκυνώντας τυπικά σ’ αυτήν, προσκυνώντας άλλους θεούς, δαίμονες στην πραγματικότητα, που θα αποκτούν αυξανόμενη εξουσία πάνω του, αποξενώνοντάς τον από την Θεία Χάρη και αμαυρώνοντας του τον χιτώνα του Βαπτίσματος. Όμως, «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. 6, 24).

Θα εξετάσουμε τα σημεία του βιβλίου όπου γίνεται αντιστροφή κάποιων όρων, αντιπαραβάλλοντάς τα με σχετικά αποσπάσματα από τα βιβλία του π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου [11].

[11] «… Ο π. Αντώνιος υπήρξε πρωτοπόρος ανεπανάληπτος, πρωτότυπος, συστηματικός και βαθύς απολογητής πατέρας της Εκκλησίας μας με διαίσθηση καταπληκτική και ευαίσθητο ορθόδοξο αισθητήριο. Η προσφορά του είναι πολύτιμη για την Εκκλησία… Αφιέρωσε την ζωή του ολόκληρη στην ενημέρωση Ποιμένων και ορθοδόξου πληρώματος πάνω στους κινδύνους και τα προβλήματα που δημιουργούνται από την δραστηριότητα των αιρέσεων και των παραθρησκευτικών ομάδων της λεγομένης “Νέας Εποχής”, για το άτομο, την οικογένεια και την κοινωνία. Κληροδότησε στην ορθόδοξη Ελληνική βιβλιογραφία 40 πολύτιμα και ανεπανάληπτα βιβλία, τα οποία για πολλά χρόνια θα αποτελούν την βάση της ποιμαντικής εργασίας της Εκκλησίας μας στον ευαίσθητο και καίριο τομέα της αντιαιρετικής δραστηριότητας της… Τον κατηγόρησαν, τον συκοφάντησαν, τον λασπολόγησαν, τον ειρωνεύτηκαν, τον χλεύασαν οι εχθροί της ορθοδοξίας… όμως ο π. Αντώνιος έμεινε ακλόνητος, νικών “δια της χάριτος του ενδυναμούντος αυτόν Χριστού”».

(Άρθρο του π. Κυριακού Τσουρού, Γραμματέως της συνοδικής Επιτροπής της Εκκλησίας της Ελλάδος επί των αιρέσεων και υπεύθυνο του αντιαιρετικού αγώνος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Βλ. περιοδ. «Διάλογος», αριθμ. 22, 10/12 (2000) 9-11).

* * *


Μύηση


Στην σελ. 3, η συγγραφέας εύχεται να μας «μυήσει» –και έχει μεγάλη σημασία ο όρος– στην Ασκητική της Αγάπης, ένα ποίημα που βρέθηκε στα χαρτιά της Γερόντισσας, και όλο το βιβλίο να μας ανοίξει ένα παράθυρο στον ουρανό της.

Κατ’ αρχήν, είναι γνωστό ότι, την λέξη μύηση την χρησιμοποιούμε όταν μεταδίδουμε σε κάποιον «ξένο», κάτι από τις δικές μας εμπειρίες και μάλιστα θρησκευτικές εμπειρίες, όταν, δηλαδή, τον εισάγουμε σταδιακά στα δικά μας μυστήρια, στην λατρεία του δικού μας Θεού. «Στην μύηση ανήκει το να ακολουθεί ο μαθητής τις εντολές του γκουρού του, ανεξάρτητα αν ζει κοντά στο γκουρού ή όχι» (π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 30). ΄Ίσως ο παραλληλισμός αυτός να φαντάζει υπερβολικός αλλά πιστεύουμε πως στην συνέχεια θα δικαιολογήσετε τις υποψίες μας.

Διαβάζουμε εξάλλου, πως η μύηση θα γίνει στην Ασκητική της Αγάπης. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε πως ο διάσημος σ’ ολόκληρο τον κόσμο γκουρού Σάϊ Μπάμπα, πιστεύει πως «υπάρχει μόνο μία θρησκεία, η θρησκεία της Αγάπης… υπάρχει μόνο μια γλώσσα, η γλώσσα της καρδιάς» (π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 163). Πρόκειται για πεποιθήσεις που ταυτίζονται, δυστυχώς, απόλυτα μ’ αυτές της Γερόντισσας.

Ακόμα οι υποψίες μας ενισχύονται από το γεγονός ότι, κατά τον πατέρα της θετικής σκέψης [14], «…ο άνθρωπος δημιουργεί το δικό του ουρανό και την δική του κόλαση» [15]. Πρέπει να θεωρήσουμε τυχαίες συμπτώσεις και μάλιστα σε μια παραγραφούλα, που τυγχάνει (;) να είναι η πρώτη του βιβλίου; Στο τέλος μάλιστα της παραγράφου αυτής αναφέρεται πως εκείνος (ενν. ο ουρανός της,) είναι το πεπρωμένο μας!

Δεν μας εκπλήσσει αυτό, αφού «κάρμα σημαίνει δράση και η δράση είναι αναπόφευκτη… και μ’ αυτή την έννοια το πεπρωμένο μας είναι ήδη αποφασισμένο» [16], καθώς «κάθε άνθρωπος παίζει το ρόλο του που είναι λεπτομερειακά καθορισμένος στην προσωπική ταινία της ζωής του, και αυτός ο ρόλος αλλάζει συνεχώς από ζωή σε ζωή» [17], λόγια που σχεδόν αυτούσια επαναλαμβάνει η Γερόντισσα στην σελίδα 396 [18].

[14] Πατέρας της θετικής σκέψης λογίζεται ο Joseph Murphy, ο οποίος «δεχόταν μόνο μια Ατέλειωτη Δύναμη που βρίσκεται στον καθένα άνθρωπο και καθιστά δυνατή την εκπλήρωση κάθε επιθυμίας. Είναι ο Θεός που βρίσκεται μέσα μας». (π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Αυτογνωσία, Αυτοπραγμάτωση, Σωτηρία, Αθήνα 1991, σελ. 15).

[15] Αυτόθι, σελ. 16.

[16] π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 15.

17. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 185.

18. «Καθένας μας θα είναι ελεύθερος να εκπληρώσει το πεπρωμένο του και τον προορισμό του», λέει η Γερόντισσα, γράφοντας στον Άμπε.

* * *


Γλωσσολαλιά


Στην σελ. 10, αναφέρονται τα «χαρίσματα» της Γερόντισσας, μεταξύ των οποίων δεν λείπει και το «χάρισμα» της γλωσσολαλιάς.

«Το φαινόμενο της γλωσσολαλιάς δεν είναι καινούργιο. Είναι γνωστό στην αρχαία Ελλάδα (Πυθία) και σε άλλες εξωχριστιανικές θρησκείες π.χ. μεταξύ των Δερβίσηδων… Στην Αγγλία το φαινόμενο παρουσιάστηκε στους Κουακέρους και στους Μεθοδιστές, στους Μορμόνους και σε άλλες αμερικανικές αιρέσεις» [19].

[19]. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Εγχειρίδιο αιρέσεων και παραθρησκευτικών ομάδων, σελ. 175.

Από τα παραπάνω, συμπεραίνουμε με ασφάλεια από που κληρονόμησε το «χάρισμα» η Γερόντισσα, αφού τόσο πολύ συνδέθηκε με τους Κουακέρους και τους Μεθοδιστές.

«Το φαινόμενο της αυτονομίας της γλώσσας, που μιλάει ανεξάρτητα από τον νου του ανθρώπου, αποτελεί για τις ομάδες αυτές απόδειξη του βαπτίσματος του Αγίου Πνεύματος» [20].

[20]. Αυτόθι, σελ. 163.

* * *


Χορτοφαγία


Φεύγοντας από την εισαγωγή, πηγαίνουμε στην σελ. 28.

Εκεί γράφει πως η Γερόντισσα έμεινε αρχικά με κάποια κυρία Bright, κοντά στην οποία έγινε υποχρεωτικά χορτοφάγος.

Πρέπει εδώ να σημειώσουμε την υποκρισία της συγγραφέως, την παραπλάνηση και τις αντιφάσεις σχετικά με το βίο της Γαβριηλίας. Γίνεται δηλαδή προσπάθεια να πειστεί ο αναγνώστης, ότι η χορτοφαγία δεν έχει σχέση με θρησκευτικά «πιστεύω», αλλά σχεδόν της επιβλήθηκε από τις συνθήκες.

Αν όμως τα πράγματα έχουν έτσι, γιατί, όχι απλώς μετείχε, αλλά προσκλήθηκε σε συνέδριο υγιεινής διατροφής και φυσικής θεραπείας, το οποίο αποτελούσε έμπνευση του ιδίου του Γκάντι (σελ. 67-68); Ποιος θα μπορούσε να ξέρει ότι είναι χορτοφάγος, αφού της επιβλήθηκε; Γιατί (σελ. 91) ακόμα και στο Μοναστήρι, δεν υπακούει και δεν μετέχει στην κοινή τράπεζα, αλλά, όπως με περιφρόνηση προς τις άλλες Μοναχές αναφέρει η συγγραφέας, «ταραμάδες και βακαλάους δεν τρώει εκείνη»;

Η απάντηση είναι μία: Ahimsa (μη-βία).

«Αυτή η μη-βία, η Ahimsa, περιλαμβάνει όλες τις εκφράσεις της δημιουργίας ακόμα και τα έντομα και τα ζώα και τα φυτά», γιατί «με το να βλάπτει κανείς κάποιον ή κάτι άλλο, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να βλάπτει ακριβώς τον ίδιο τον εαυτό του» [21].

[21] π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 183.

Σύμφωνα μ’ αυτές τις απόψεις, οι Τζαϊνιστές μοναχοί απαγορεύεται να τρώνε στο σκοτάδι και χωρίς κάλυμμα στο στόμα τους, για να μη φάνε κατά λάθος κάποιο έντομο.

Είναι άσχετο μ’ όλα αυτά το γεγονός, ότι η ίδια μαλώνει κάποιον που σκότωσε ένα κουνούπι (σελ. 134-135); Ότι στέλνει με τα πνευματικοπαίδια (;) της χαιρετισμούς σε συγκεκριμένα δέντρα, των οποίων τα κλαδιά κρατάει; ΄Οτι λυπάται τόσο πολύ για τα φυτά που μαραίνονται και μάλιστα τα θάβει αντί να τα πετάει, όταν φυσικά δεν τα ανασταίνει (σελ. 58); Πολύ δε περισσότερο, πως είναι άσχετη η άποψή της πως αν κουρασμένοι πιάσουμε ένα δέντρο, αυτό θα μας δώσει απ’ την δύναμή του που του δίνει ο Θεός (σελ. 134);

* * *


Ολιστική θεώρηση του κόσμου


Όλα τα παραπάνω μας παραπέμπουν στην λεγόμενη «ολιστική θεώρηση του κόσμου», η οποία περιλαμβάνει ακόμα και τον Θεό και η οποία προβάλλεται απ’ όλες τις κινήσεις και ομάδες της «Νέας Εποχής».

«Ο Θεός δεν εκλαμβάνεται ως Πρόσωπο· ταυτίζεται με το Παγκόσμιο ή Συμπαντικό Πνεύμα ή τη ζώσα ενέργεια του σύμπαντος που προβάλλεται σε ποικίλες μορφές. Ο ίδιος ο άνθρωπος είναι προβολή αυτής της Κοσμικής Υπερσυνειδητότητας» [22], «ακόμα και η διατροφή επιλέγεται με κεντρικό σκοπό την διεύρυνση της συνειδητότητας» [23], «αναζητούμε ένα τρόπο ύπαρξης της αρμονίας του ανθρώπου με τον εαυτό του και με όλα τα ζώντα όντα, με την φύση και τον κόσμο» [24], γιατί «τα πάντα είναι συμπυκνωμένες ποσότητες ενέργειας» [25].

22. Αυτόθι, σελ. 71.

23. Αυτόθι, σελ. 117.

24. Αυτόθι, σελ. 72.

25. Αυτόθι, σελ. 74.

Ίσως και πάλι φαντάζουν υπερβολικές οι σκέψεις μας σε μερικούς. Αυτοί όμως ας μας εξηγήσουν,

γιατί η Γερόντισσα μας παροτρύνει: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της διανοίας σου» και σπεύδει να επεξηγήσει: «το σύμπαν δηλαδή» (σελ. 199);

Άρα, κατ’ αυτήν, ταυτίζεται το σύμπαν με τον Θεό, η κτίση με τον Κτίσαντα, γεγονός που αποδεικνύει την υιοθέτηση εκ μέρους της, τής ολιστικής θεωρήσεως του κόσμου που, όπως ήδη είπαμε, διδάσκει περιληπτικά πως «Δεν υπάρχει κανένας διαχωρισμός, τα πάντα είναι ένα και μ’ αυτό το ένα ταυτίζεται ο άνθρωπος» [26].

26. Αυτόθι, σελ. 71.

Μάλιστα αποκαλεί τον άνθρωπο «Θήραμα» και διερωτάται (στην σελ. 489), πως μπορούμε να τρώμε κρέας, ενώ το ζώο υποφέρει και μαρτυρεί.

Ασφαλώς θα αγαπούσε τα ζώα περισσότερο από τον ίδιο τον Δημιουργό τους, ο οποίος είπε στον Απόστολο Πέτρο: «θῦσον καὶ φάγε» (Πράξ. 10, 13), και στον Αδάμ: «ὅ ἐστι ζῶν, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν» (Γεν. 9, 23).

Θα τα αγαπούσε περισσότερο από τον Απόστολο Παύλο που έγραψε στον Τιμόθεο ότι «ὅτι πᾶν κτίσμα Θεοῦ καλόν, καὶ οὐδὲν ἀπόβλητον μετὰ εὐχαριστίας λαμβανόμενον» (Αʹ Τιμ. 4, 4), ακόμα και από την Εκκλησία μας που, βασισμένη σ’ αυτά, καθαιρεί τους κληρικούς οι οποίοι «διὰ βδελυρίαν ἀπέχουν τοῦ κρέατος καὶ ὄχι γιὰ ἄσκηση» (ΝΑʹ και ΝΓʹ Κανόνες Αγ. Αποστόλων, ΙΔʹ Αγκύρας).

Πρέπει να πούμε εδώ, ότι η ολιστική θεώρηση σχετίζεται στενά με την χορτοφαγία. Ενδεικτικά γι’ αυτό τον συσχετισμό είναι τα λόγια του γκουρού Σάϊ Μπάμπα που λέει μυώντας ακόμα και επτάχρονα παιδιά στην χορτοφαγία: «είσαι ότι τρως» [27].

[27] π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 164.

Με την ολιστική θεώρηση συνδέεται επίσης στενά και η άποψη της Γαβριηλίας πως το μαύρο φορεμένο κατάσαρκα αφαιρεί την ζωτικότητα του ανθρώπου [28] (γράφε ζωτική ή συμπαντική ενέργεια), που αντιτίθεται στην υιοθέτηση από την Εκκλησία του μαύρου χρώματος ως ιερατικού, ως χρώματος δηλαδή που «αναπαύεται» σε ανθρώπους φορείς του αγίου Πνεύματος, της μοναδικής αληθινής ζωτικότητας (Το ζωοποιόν).

[28] «Στη φωτογραφία, παρατηρήστε την άσπρη μπλούζα που φόρεσε πάνω από το ζωστικό της για να πάρει αγκαλιά το μωρό. Έλεγε ότι το μαύρο ρούχο απορροφά τη ζωτικότητα όταν το φοράμε κατάσαρκα» (Η Ασκητική της Αγάπης, σελ. 131).

* * *


Yama


Λανθασμένη όμως και σαφώς αντιεκκλησιαστική είναι και η πεποίθηση της Γερόντισσας πως οι σαρκικές σχέσεις ακόμα και μέσα στο γάμο, είναι κάτι το αντιθεϊκό (σελ. 386).

Αυτό στον Ινδουϊσμό ονομάζεται Yama και αποτελεί το πρώτο στάδιο της γιόγκα, εντασσόμενο στην αυτοσυγκράτηση [29].

[29]. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 171.

Φυσικά το Yama, έρχεται σε αντίθεση με τα λόγια του Θεού προς τους Πρωτοπλάστους σχετικά με την αναπαραγωγή του γένους, με ολόκληρη την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, αλλά και τους κανόνες των Πατέρων [30].

30. Βλ. π.χ. Αʹ Κορ. 7, 1-9 και 28, Μάρκ. 1, 6-10· Κανών εʹ Αγίων Αποστόλων· Ιωάν. Χρυσοστόμου, Ομιλία 17, PG 55, κ.α.

Όλα αυτά όμως δεν μας ξαφνιάζουν διόλου. Ο Απόστολος Παύλος μας έχει αρκούντως προειδοποιήσει για τις απόψεις της Γερόντισσας και κάθε Γερόντισσας, γράφοντας προς τον Τιμόθεο: «Τὸ δὲ Πνεῦμα ῥητῶς λέγει ὅτι ἐν ὑστέροις καιροῖς ἀποστήσονταί τινες τῆς πίστεως, προσέχοντες πνεύμασι πλάνοις καὶ διδασκαλίαις δαιμονίων, ἐν ὑποκρίσει ψευδολόγων, κεκαυστηριασμένων τὴν ἰδίαν συνείδησιν, κωλυόντων γαμεῖν, ἀπέχεσθαι βρωμάτων ἃ ὁ Θεὸς ἔκτισεν εἰς μετάληψιν μετὰ εὐχαριστίας τοῖς πιστοῖς καὶ ἐπεγνωκόσι τὴν ἀλήθειαν» (Αʹ Τιμ. 4, 1-3).

* * *


Ανυπαρξία-Νέκρωση


Μια άλλη επικίνδυνη ινδουϊστική άποψη που διαχέεται στο βιβλίο είναι ότι δήθεν ο σκοπός των Χριστιανών είναι η ανυπαρξία.

Είναι, φανταζόμαστε, περιττό να πούμε πως αυτό είναι εντελώς εσφαλμένο και μαρτυρεί ινδουϊστική αντίληψη των πραγμάτων.

Διαβάζουμε σχετικά στην σελ. 39: «είχα πεθάνει» και πιο κάτω: «σε λίγα λεπτά, η νέκρωση».

Τι σημαίνει η λέξη «νέκρωση»; Αν ο όρος ταυτίζεται με τον πατερικό όρο «νέκρωση των παθών», τότε πραγματικά ενιστάμεθα. Αποτελεί μεγίστη πλάνη το να πιστεύει κάποιος πως αυτό που οι Πατέρες μας πέτυχαν, χωρίς μάλιστα να το αναγνωρίζουν, με τη Χάρη του Θεού και σκληρούς ασκητικούς αγώνες δεκάδων χρόνων, αποσυρόμενοι ακόμα και στα βάθη της ερήμου, το πέτυχε η Γερόντισσα Γαβριηλία, σε λίγα μόνο λεπτά της ώρας και χωρίς να καταβάλει τον παραμικρό κόπο.

Άλλωστε η ακοπίαστη μεταστροφή υπό τον όρο «αναγέννηση» είναι πολύ «in» στον προτεσταντικό χώρο [31], τα διάφορα μέρη του οποίου, γνώρισε από πολύ κοντά η Γαβριηλία.

Τον ίδιο, σημειωτέον, όρο, χρησιμοποιεί και η συγγραφέας στην σελ. 193, αλλά και στην 3, ταυτίζοντάς τον μάλιστα με την «νέκρωση» που είδαμε πιο πάνω.

[31] « Η προτεσταντική, τύπου Διαφωτισμού, πολιτική θρησκεία της Αμερικής έχει στον πυρήνα της μία πίστη στο δόγμα της ακαριαίας, ακοπίαστης και κατά ένα μαγικό τρόπο μεταστροφής και αλλαγής. Για τους συντηρητικούς προτεστάντες αυτή η αλλαγή εκδηλώνεται από μόνη της ως “αναγέννηση. Οι μοντέρνοι όμως απόγονοι των ανθρωπιστών του Διαφωτισμού και οι δικοί μας εκκοσμικευμένοι Αμερικανοί Ρωμαιοκαθολικοί πιστεύουν και αυτοί στην “αναγέννηση” αλλά με την μορφή μιας κοσμικής μεταστροφής» (Frank Schaeffεr, Αναζητώντας…, σελ. 41).

Παρόμοια όμως συναντάμε και σ’ άλλα σημεία του βιβλίου:

στην σελ. 215, η Γερόντισσα δεν κρυώνει, δεν πεινάει και δεν την ενοχλούν τα καυσαέρια, διότι δεν υπάρχει· παρερμηνεύει μάλιστα τα λόγια του οσίου Νείλου που αναφέρονται στην ταπείνωση, για να στηρίξει το ινδουϊστικό δόγμα της νεκρώσεως.

Στην σελ. 356, δίνει οδηγίες για να φτάσουμε στο σημείο εκείνο που δεν θα έχουμε υπόσταση [32].

[32] 32. «Ο πνευματικά προχωρημένος άνθρωπος είναι αυτός που έφτασε να μην έχει υπόσταση», ( Ασκητική…, σελ. 356).

Στην σελ. 365, αναφέρει ξανά πως δεν υπάρχει (!).

Στην σελ. 153, μιλάει για απάθεια ταυτίζοντάς την με την αναισθησία και δέχεται το πεπρωμένο, αλλά και την μετεμψύχωση («αν ήθελε ο Θεός μπορούσε να με κάνει άλλο πράγμα»), ενώ θεωρεί την ακινησία μεγάλη πρόοδο στην πνευματική ζωή [33].

[33] «Ξέρω κάποιον που τόσο συνήθισε στην ακινησία, που την έκανε βίωμα του και οι άγγελοι του χάρισαν γι’ αυτό φτερά αόρατα. Έτσι γυρίζει και στη Γη και στον ουρανό και στο αόρατο σύμπαν», (Ασκητική…, σελ. 179).

Ωστόσο, ούτε αυτά δεν μας είναι άγνωστα.

«Κατά τον Σάϊ Μπάμπα όποιος αποκτήσει την πραγματική Ειρήνη και την βιώσει δεν νοιώθει καθόλου την ταραχή και την σύγχυση που επικρατεί στον κόσμο… Ειρήνη σημαίνει παραίτηση από τις δραστηριότητες των αισθήσεων, δηλαδή το να μη βλέπει κανείς τι γίνεται γύρω του, να μην ακούει, να μην αισθάνεται… να μην έχει την αίσθηση ότι υπάρχει» [34]. « Αλλά και αν ένα ον επιστρέψει στην ανεκδήλωτη κατάσταση του ΕΝΟΣ δηλαδή στη μη-ύπαρξη και στην ανάπαυση, θα αρχίσει πάλι την ίδια περιπέτεια, γιατί κάθε πράγμα υπόκειται σε περιοδική ύπαρξη και μη ύπαρξη, σε δράση και σε ανάπαυση» [35], κατά την Μπλαβάτσκυ [36] ιδρύτρια της Θεοσοφίας [37]..

Επίσης ο π. Αντώνιος μας λέει, ότι «οι διάφορες τεχνικές λυτρώσεως στον χώρο της ινδουϊστικής θρησκευτικότητας είναι προσπάθειες ελευθερίας τόσο από την ζωή όσο και από τον θάνατο» [38].

34. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 179

35. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 176.

[36]. « Η Μπλαβάτσκυ ήταν Ρωσίδα γερμανικής καταγωγής… Σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε το στρατηγό Μπλαβάτσκυ και μετά τρεις μήνες τον εγκατέλειψε… δραστηριοποιήθηκε σαν μέντιουμ στην Αμερική… Ίδρυσε πνευματιστικό κύκλο με την ονομασία “θαυματουργική Λέσχη” (Miracle Club). Ο κύκλος αυτός μετονομάσθηκε στις 17-11-1875 σε “Θεοσοφική εταιρία” (π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 91. Πρβλ. και το κατατοπιστικότατο βιβλίο του Ν. Σταυριανιδη, Θεοσοφία-Νέα Εποχή, Αθήνα 1997).

[37]. Μερικοί από τους στόχους της κινήσεως αυτής ήταν και οι εξής:

«Ενοποίηση των θρησκειών χωρίς φυλετικές, κοινωνικές και θρησκευτικές διαφορές, σπουδή των παγκοσμίων θρησκειών με σκοπό την διαμόρφωση ενιαίας παγκόσμιας ηθικής, αναζήτηση και ανάπτυξη των κρυφών θεϊκών δυνάμεων μέσα στον άνθρωπο»· (αυτόθι σελ. 92).

«Η διδαχή της κίνησης είναι μυστική. Τα μέλη υπόσχονται να τηρούν μυστικό “πάν ότι συστηθή”… οι οπαδοί είναι ελεύθεροι να διατηρούν και δεύτερη ιδιότητα, να είναι δηλαδή μέλη μιας εκκλησίας ή θρησκείας… κάθε οπαδός πρέπει να δεχθεί ότι όλες οι θρησκείες οφείλουν την ύπαρξή τους στην “Μεγάλη Λευκή Αδελφότητα” και καμμιά απ’ αυτές δεν μπορεί να διεκδικεί αποκλειστικότητα… Μ’ αυτή την βάση επιδιώκεται η ενότητα των θρησκειών… Κατά την άποψη της κίνησης δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στον δημιουργό και την δημιουργία…» (αυτόθι, σελ. 94-95 κ.ε. για περισσότερες πληροφορίες).

[38] Αυτόθι, σελ. 170.

* * *

Ας δούμε όμως και άλλα στοιχεία, που επιβεβαιώνουν την σχέση της Γερόντισσας με την γιόγκα και τον διαλογισμό μέσα από τις εμπειρίες της. «΄Ενα τέτοιο είδος εμπειρίας… (που πηγάζει απ’ την γιόγκα)… είναι τα λεγόμενα αστρικά ή εξωσωματικά ταξίδια» [39]

Θα πρέπει εδώ να αναρωτηθούμε αν αυτά τα ταξίδια έχουν σχέση με το γεγονός, ότι η Γερόντισσα γινόταν αόρατη με την βοήθεια των αγγέλων (σελ. 192) [40], οι οποίοι και την μετέφεραν παντού (σελ. 103)!

39. Αυτόθι, σελ. 176.

40. «Την παραμονή που θα έβγαινε ο Μπάμπα Άμπε από το νοσοκομείο, βρίσκω τον σταθμάρχη και του λέω:

Έχω μια μικρή παράκληση. Θα μου επιτρέψετε να μείνω ακόμα ένα βράδυ;

Μα πότε φθάσατε, πέρασαν κι όλας οι 48 ώρες που έχετε δικαίωμα;

Αχ δεν με είδατε; Μ’ έκαναν αόρατη φαίνεται οι άγγελοι! Ξέρετε, είμαι εδώ 14 μέρες».

«Όταν κάνει κανείς καθημερινά αυτοσυγκέντρωση και αφοσιώνεται σε μια απαλή καθαρή έμπνευση που δεν περιέχει διατυπωμένα μηνύματα, μπορεί στην διάρκεια της εμπειρίας του να προσδιορίσει το περιεχόμενο της και να το καταγράψει. Η MacLane υποστηρίζει πως πρόκειται για μηνύματα αγγέλων ή των Devas, των πνευμάτων της φύσης» [41]. «Αυτές οι εκδηλώσεις δεν είναι κινητικές, αλλά συναισθηματικές. Όταν οι εσωτερικές αυτές κινήσεις είναι ευγενικές και υποβοηθητικές, εκλαμβάνονται από τους πνευματιστές σαν καθοδήγηση του εσωτερικού δασκάλου, σαν φωνή της συνειδήσεως ή και σαν φωνή αγγέλου» [42].

Μπορούμε, λοιπόν, να αρνηθούμε πως η διδαχή της Γερόντισσας ταυτίζεται με τα παραπάνω αποκρυφιστικά φαινόμενα, όταν η ίδια διακηρύσσει πως δήθεν η φωνή που ακούμε μέσα μας είναι ο φύλακας άγγελος μας και μας προτρέπει να καθόμαστε και να ακούμε αυτή την φωνή; [43] (σελ. 176-177)

Είναι άσχετο μ’ όλα αυτά το γεγονός, ότι δήθεν οι άγγελοι την μετέφεραν παντού, ή την ακολουθούσαν ως «γαλάζια ανταύγεια» (σελ. 482) και της έγραφαν μηνύματα στον τοίχο (σελ. 146);

[41] π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 203.

[42] Αυτόθι, σελ. 204.

[43] « – Γερόντισσα, αυτή η κρυφή φωνή που ακούμε πολλές φορές, είναι ο άγγελος μας;

Ναι, και πρέπει να το αντιληφθούμε. Να το διευκρινίσουμε. Και σιγά-σιγά ο Θεός θα μας δώσει αγία δύναμη».

Έχουμε άρα στο σημείο αυτό ξεκάθαρη την παρότρυνση για διαλογισμό, ενώ είναι προφανής η πλάνη πως μέσα μας κατοικεί ο φύλακας άγγελος. Αυτό που πρέπει να ακούσουμε διαλογιζόμενοι δεν είναι άλλο από το πονηρό και ακάθαρτο πνεύμα. Επειδή όμως η Γερόντισσα αντιλαμβάνεται πολύ καλά πως αυτά δεν συμβαδίζουν με την Ορθόδοξο Πίστη και πολλοί θα καταλάβουν την ύπαρξη του Πονηρού στην διαδικασία αυτή, σπεύδει να προλάβει τις αντιρρήσεις, λέγοντας:

«Να είστε σίγουροι και να μην ακούτε τον κόσμο που μιλάει για πειρασμούς και πειρασμούς…» (σελ. 176). Θα μπορούσαμε μάλιστα να εκλάβουμε την παρότρυνση αυτή ως άρνηση της υπάρξεως του Διαβόλου, η οποία πολύ βολεύει τέτοιες πειρασμικές καταστάσεις.

* * *


Διαλογισμός


Ας αναλύσουμε όμως λίγο, τι μπορεί να σημαίνει η παρότρυνση να ακούμε την εσωτερική μας φωνή.

Η τεχνική αυτή ονομάζεται διαλογισμός και είναι πολύ επικίνδυνη γι’ αυτόν που την εξασκεί καθώς μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες.

Δυστυχώς όμως είναι πολυδιαφημισμένη και διαδεδομένη σήμερα παγκοσμίως, ενώ σε καμμία περίπτωση δεν συμβαδίζει με την ιδιότητα του Ορθοδόξου Χριστιανού, αφού καταργεί τον Χριστό ως ιστορικό πρόσωπο και θεωρεί τον κάθε άνθρωπο θεό.

Παράλληλα ο διαλογισμός, για διαφημιστικούς σκοπούς, προβάλλεται ως μέθοδος χαλάρωσης, ευεξίας και ομορφιάς.

Ο ίδιος ο γκουρού Σατιανάντα, δεν αρνείται πως είναι ρίσκο [44].

Με τον διαλογισμό προσπαθούμε «να συναντήσουμε τον θεό που βρίσκεται μέσα μας».

Κατά την διδασκαλία αυτή, «ο άνθρωπος είναι μια πνευματική δύναμη, μια σπίθα της θείας δημιουργικής ουσίας…» [45].

[44] π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 173.

[45] π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Αυτογνωσία…, σελ. 95.

Μ’ αυτό συμφωνεί βεβαίως και η Γερόντισσα Γαβριηλία που λέει, ότι:

«ο Θεός είναι μέσα μας και μας μιλάει στην σιωπή» (σελ. 410), ότι «ο Θεός μας έδωσε την Συνείδηση: τον Εαυτό Του» (σελ. 308), ότι το καλό «υπάρχει μέσα σ’ όλους τους ανθρώπους ως σπινθήρας του Θεού» (σελ. 253), ότι «έχουμε όλοι σπινθήρα Χριστού στην ψυχή» (σελ. 325), ότι «η πραγματική ελευθερία εξαρτάται μόνο από την σχέση του εαυτού μας με τον εαυτό μας» (σελ. 302).

Φαίνεται, λοιπόν, ότι η Γερόντισσα αγνοούσε την λέξη προσευχή με την ορθόδοξη έννοια, γνώριζε όμως πολύ καλά την μέθοδο του διαλογισμού. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός, ότι μιλάει για «κατάσταση προσευχής» [46] (σελ. 69, 78), για σιωπηλή προσευχή και περισυλλογή (σελ. 102) και αποκαλεί την προσευχή ενέργεια και δύναμη (σελ. 344), ότι δηλαδή υποστηρίζουν οι οπαδοί της «αυτοθεώσεως».

«Η δύναμη της προσευχής είναι μία φανέρωση ενέργειας» [47], αναφέρει ο Peale, εννοώντας ασφαλώς τον διαλογισμό. «Ο διαλογιζόμενος επιθυμεί εξωτερική σιωπή… για να ακούσει την φωνή της εσωτερικής σοφίας» [48].

[46] Η περιγραφή από την Γαβριηλία του καθαρά αισθησιακού οράματος που ακολουθεί αυτή την κατάσταση προσευχής (σελ. 78), αποδεικνύει το διαλογιστικό περιεχόμενο της:

«Μια μέρα, ήταν μεσημέρι, βρισκόταν σε κατάσταση προσευχής. Και τότε δέχθηκε ένα Όραμα, μιαν Επίσκεψη… [Γερ. Γαβριηλία]: «Τα μαλλιά Του καστανά σκούρα. Το δέρμα Του σιταρίσιο. Είχα αυτήν την εμπειρία αλλά την είχα ως εδώ. Μόνο τα μάτια Του είδα. Μόνο τα Μάτια Του και το Μέτωπο είδα… Αξέχαστα…. πολύ υπερκόσμια… Καστανά, γεμάτα Ζωή και Φως. Σαν να μην ήταν ανάγκη να μιλήσουν. Ήταν μόνο τα Μάτια Του και ήταν πολύ κοντά στα δικά μου».

Μάλιστα αυτό το όραμα το είδε στα Ιμαλάϊα, «πρωτεύουσα» της Ινδουϊστικής φιλοσοφίας.

[47] π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Αυτογνωσία…, σελ. 60.

[48] π. Αntωνιου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 65.

* * *


Θετική σκέψη


Με την τεχνική όμως του διαλογισμού δεν είναι άσχετο και το δόγμα της «θετικής σκέψης» [49], το οποίο δεν απουσιάζει από το βιβλίο.

[49] «Η κίνηση γύρω από την δύναμη της σκέψης εμφανίζεται ήδη στον περασμένο αιώνα. Ο Ralph Waldo Emerson (1803-1882) διακήρυξε πως η μόνη πραγματικότητα είναι το θεϊκό στοιχείο, που βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο, χρησιμοποίησε την ύπνωση με σκοπό να αφυπνίσει τις εσωτερικές δυνάμεις του ανθρώπου, και υποσχέθηκε με την μέθοδο του να οδηγήσει στην πληρότητα της ύπαρξης. Παρόμοιες ιδέες διακήρυξε και ο Γάλλος φαρμακοποιός Emile Coue (1856-1926). Όμως σαν πατέρας της θετικής σκέψης λογίζεται ο Joseph Murphy († 1981). Βασικοί ιεραπόστολοι είναι ο Norman Vincent Peale, ο E. Frietag κ.α.» (π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Αυτογνωσία…, σελ. 13).

Το δόγμα αυτό πολύ απλά και συνοπτικά διδάσκει τα εξής:

«Ο άνθρωπος κατασκευάζει στο υποσυνείδητο του, την ευτυχία του ή την δυστυχία του. Ο Θεός (το υποσυνείδητο), που σας έδωσε την επιθυμία, θα σας δείξει και τον δρόμο για την εκπλήρωση της… Ο άνθρωπος μπορεί να ενεργοποιήσει τον Θεό μέσα του με την σκέψη» [50].

[50] Αυτόθι, σελ. 15

Αντίστοιχα, η Γερόντισσα πιστεύει πως το μυαλό και η φαντασία δημιουργούν το κρύο (σελ. 66) και την αρρώστια (σελ. 71), ενώ η ίδια θεραπεύει αυτές τις καταστάσεις, που μόνοι τους οι άνθρωποι δημιουργούν, με τα «χαρισματικά» της χέρια.

Ο Peale («ιεραπόστολος» της «θετικής σκέψης») διακηρύσσει πως «όπως σκέπτεσαι έτσι θα είσαι» και ότι «μπορείς να αρρωστήσεις τον εαυτό σου με τις σκέψεις σου» [51].

[51] Αυτόθι, σελ. 51.

Αλλά και η κίνηση Σίλβα Μάϊντ Κοντρόλ υποστηρίζει ότι: «Μπορεί κανείς να θεραπεύσει με τα χέρια» [52].

[52] Αυτόθι, σελ. 74.

Το ίδιο πρεσβεύει και η Γερόντισσα, λέγοντας πως ακόμα και χρήματα μπορούμε να αποκτήσουμε «αρκεί να το σκεφτούμε» (σελ. 227), πως όλες τις [επιθυμίες] εκπληρώνει ο Θεός αρκεί να έχουμε την λαχτάρα (σελ. 362) και πως αν ο άνθρωπος δεν πάρει το μάθημα του με την μία, κάτι τρέχει στο υποσυνείδητο του (σελ. 362).

Στην θεωρία της θετικής σκέψης, περιλαμβάνεται και η διόρθωση της αρνητικής σκέψης που είναι για την κίνηση Σίλβα «κάθε σκέψη επίκρισης ή κακίας ή ζήλιας ή καταδίκης των άλλων ή αυτοκαταδίκης, κάθε σκέψη αρρώστιας ή ατυχήματος ή, με λίγα λόγια, κάθε είδους περιοριστική ή απαισιόδοξη σκέψη» [53. Αυτόθι, σελ. 73].

Η διόρθωση αυτή για τον Σίλβα είναι κάτι πολύ απλό: «Αν κατά τύχη χρησιμοποιήσετε μια τέτοια φράση, πέστε άκυρο-άκυρο και αντικαταστήστε το αρνητικό με ένα θετικό» [54. Αυτόθι, σελ. 73]

Την διόρθωση αυτή την βλέπουμε στην σελ. 298, ως «μάθημα κατακέφαλα», προερχόμενο από τον Θεό (προφανώς από την Συνείδηση), στις σελ. 66-67 ως «θεραπευτική δύναμη» και σε άλλα σημεία.

Στα πλαίσια όμως αυτά ο οπαδός της θετικής σκέψης είναι υποχρεωμένος, για να απαλλαγεί από διάφορες αρνητικές σκέψεις που τον διακατέχουν και να επιβληθεί σ’ αυτές, να γράφει σ’ ένα χαρτί πολλές φορές την ίδια φράση, ώστε να πείσει το υποσυνείδητο του. Γράφει για παράδειγμα συνέχεια την φράση «είμαι δυνατός» ή «θα νικήσω», για να ξεπεράσει το κόμπλεξ κατωτερότητας του ή το άγχος για κάποιον αγώνα.

Και η μέθοδος όμως αυτή διδάσκεται από τη Γερόντισσα σιωπηλώς, αφού στο βιβλίο έχουμε μερικά (γύρω στα 6) από τα, πολλά σίγουρα, χαρτιά της με την συνεχή επανάληψη κάποιας φράσης. Στην σελ. 156 έχουμε ένα τέτοιο χαρτί που γράφει «Χριστός γεννάται δοξάσατε! Κύριε ελέησον», στην 352 την ευχή του Ιησού, στην 392 το «Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς» και άλλα στις σελ. 2, 8, 14.

Φυσικά πολλοί θα απαντήσουν πως πρόκειται για προσευχές. Όμως ποιος Άγιος θεσμοθέτησε ή απλώς ακολούθησε τέτοιες μεθόδους προσευχής; Υπάρχει, λοιπόν, έμμεση συστηματική προπαγάνδα της συγκεκριμένης μεθόδου, αφού άλλωστε ο διαλογισμός, όπως προείπαμε, μπορεί να αναφέρεται και στο Πρόσωπο του Χριστού.

Αυτό που οι Χριστιανοί ονομάζουν προσευχή πίστης, ο Σίλβα το αποκαλεί ενέργεια, προγραμματισμό, χαλάρωση… Η πίστη δεν αναφέρεται σ’ ένα Πρόσωπο, στον Θεό, αλλά στην κινητοποίηση της ενέργειας μέσα μας. «΄Όταν υπάρχει αρκετή επιθυμία, υπάρχει αρκετή ενέργεια διαθέσιμη για να εξασφαλίσει την επιτυχία» [55. Αυτόθι, σελ. 84-85] .

Κάτω λοιπόν από αυτές τις προϋποθέσεις, γράφει η Γερόντισσα, «ο Baba Amte και οι συνεργάτες του είχαν θάρρος, υπομονή και πίστη στον υπέρτατο βαθμό» (σελ. 58). Εάν εδώ η πίστη νοηματοδοτείται όπως εμείς οι Χριστιανοί την νοηματοδοτούμε, τότε ως Ορθόδοξοι θα ήμασταν κυριολεκτικά άξιοι της μοίρας μας, αφού ένας αλλόθρησκος έχει πίστη και μάλιστα στον υπέρτατο βαθμό.

Εδώ όμως η πίστη ταυτίζεται με την πίστη στον εαυτό μου και στις εσωτερικές μου δυνάμεις. Άρα δεν μιλάμε για Πίστη, αλλά για «θετική σκέψη».

Τι μπορεί να σημαίνει, όμως, το όνομα του Baba Amte, τον οποίο μας διαφημίζει η Γερόντισσα σ’ όλο το βιβλίο; «Baba σημαίνει αγαπημένος πατέρας και εννοεί το ανώτατο είναι μέσα του. Ο γκουρού στην φυσική του μορφή, ο σωματικός Baba μας θυμίζει με τους λόγους του, με τις πράξεις του, την ανώτατη συνείδηση» [56. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 28]

Μήπως, λοιπόν, πρέπει να δεχθούμε και εμείς τον Amte ως δικό μας Baba;

* * *


Διαφήμιση ινδουϊστών διδασκάλων


Άλλη μια αναμφισβήτητη απόδειξη για το γεγονός, ότι η Γαβριηλία είχε πλανηθεί από την ινδουϊστική και δαιμονική φιλοσοφία είναι η συστηματική διαφήμιση ινδουϊστών διδασκάλων: εκτός από την απλή, αλλά με καμάρι, αναφορά που γίνεται στους γκουρού που γνώρισε, διαφημίζεται και ο ποιητής Χαλίλ Γκιμπράν από την συγγραφέα, όπως π.χ. στην σελ. 72.

Χωρίς πουθενά να γίνεται λόγος, ότι πρόκειται για ένα δάσκαλο του ινδουϊσμού, παρουσιάζεται ως ένας σπουδαίος ποιητής, του οποίου τα έργα πολύ καλά γνωρίζει η Γερόντισσα, αφού παρέπεμπε σ’ αυτά [57]. Στον Χαλίλ Γκιμπράν όμως παραπέμπουν και πολλοί γκουρού, όπως π.χ. ο Σατιανάντα στο Άσραμ του [58], και η κίνηση Σίλβα Μάϊντ Κοντρόλ [59], που χορηγεί τα βιβλία του ως εγχειρίδια και υιοθετεί φυσικά τις απόψεις του, ακόμα και η «Αρμονική Ζωή» [60] του Ρόμπερτ Νατζέμυ.

57. ● «Όπως λέει και ο αγαπημένος σου ποιητής… Χαλίλ Γκιμπράν», (Ασκητική της Αγάπης, σελ. 72).

58. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 44.

59. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Αυτογνωσία…, σελ. 81-82.

60. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 136.

Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, ποιος κίνδυνος παραμονεύει, αν αναλογισθούμε μάλιστα πως όλες αυτές οι Σέκτες [61] δρουν και στην χώρα μας εντελώς ανεξέλεγκτα.

61. Με τον όρο «Σέκτες» χαρακτηρίζονται οι καταστροφικές και επικίνδυνες για το άτομο και την κοινωνία λατρείες.

Δεν είναι όμως μικρότερος και ο κίνδυνος από την διαφήμιση του Ράμα-Κρίσνα, ως τάχα επηρεασμένου από τους χριστιανούς ιεραποστόλους (σελ. 54), τους οποίους η Γερόντισσα κατηγορεί ως «βαρβάρους», τους χρησιμοποιεί, όμως όταν τους χρειάζεται, όπως εδώ.

Ο Ράμα Κρίσνα, δρα και αυτός στην Ελλάδα [62] και, όπως όλοι οι γκουρού, δεν αρνείται τον Χριστό, τον δέχεται, όμως, ως ένα γκουρού που ελευθερώθηκε από την άγνοια και την πλάνη και έφθασε στην σφαίρα της αιώνιας ειρήνης. «Όποιος έφθασε σ’ αυτήν την κατάσταση ονομάζεται Σωτήρας του κόσμου. Τέτοιοι ήταν ο Βούδας, ο Κρίσνα, ο Χριστός, ο Ράμα Κρίσνα και άλλοι» [63].

62. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 69.

63. Αυτόθι, σελ. 21.

Αυτό αποκαλεί άραγε χριστιανικές επιδράσεις η Γαβριηλία ή το γεγονός πως σε μια χριστουγεννιάτικη γιορτή του τάγματος του Ράμα Κρίσνα διαλογίστηκαν οι παρευρισκόμενοι πάνω στο πρόσωπο του Χριστού, που δήθεν ήταν μέσα τους και ένιωσαν την παρουσία του, ενώ, όπως ομολογεί ο σουάμι Πραμπχαβανάντα, συνειδητοποίησε για πρώτη φορά πως ο Χριστός είναι το ίδιο με τον Βούδα, τον Κρίσνα και όλους τους άλλους δασκάλους.

64. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 89;

Μάλλον αυτό το τελευταίο εννοεί, αν λάβουμε υπ’ όψιν πως ακόμα και η ίδια προτίμησε να επιστρέψει στο Άσραμ για να γιορτάσει τα Χριστούγεννα (σελ. 56).

Αυτός πάντως, στον οποίο διαλογίστηκαν και διαλογίζονται και για τον οποίο μιλάνε, δεν είναι ούτε έχει καμμία σχέση με το Πρόσωπο του Χριστού [65].

65. « Ο διαλογιζόμενος έχει θέσει ως σκοπό να ξεπεράσει το αντικείμενο πάνω στο οποίο διαλογίζεται, ακόμη κι αν πρόκειται για τη μορφή της θεότητας την οποία λατρεύει… Ο διαλογιζόμενος στη μορφή του Χριστού καλείται να την ξεπεράσει, να ταυτιστεί με το “Χριστό”, με το Φως, με τα άλλα πρόσωπα, με το σύμπαν. Αυτό ονομάζεται “συνειδητότητα Χριστού”. Σκοπός είναι η ένωση με την οικουμενική συνειδητότητα!

Ο Χριστός λοιπόν… δεν είναι ο Ιησούς Χριστός στον οποίο προσεύχονται οι Χριστιανοί… Η μορφή πάνω στην οποία γίνεται εδώ ο διαλογισμός δεν αξιολογείται περισσότερο από ένα οποιοδήποτε άλλο διαλογιστικό σύμβολο… Θα μπορούσε να είναι η μορφή μιας ειδωλολατρικής θεότητας ή –γιατί όχι– η μορφή του Εωσφόρου» (αυτόθι, σελ. 87-88 κ.ε).

* * *


Δεισιδαιμονίες


Τελειώνοντας την ενότητα αυτή, αναφέρουμε επιγραμματικά, τις δεισιδαιμονικές απόψεις της Γερόντισσας για

τον ύπνο, ότι πρέπει να κοιμόμαστε με το κεφάλι προς Νότον ή προς Ανατολάς (σελ. 331), ● για την ανυπαρξία, ότι είναι ευτυχισμένοι όσοι έγιναν σκιά γιατί την πλησιάζουν (σελ. 382), ● για τα βραδινά αναγνώσματα, ότι δεν μένουν στην ψυχή (σελ. 383), ενώ αντίθετα η Εκκλησία προτείνει τις Αγρυπνίες ως καλύτερη ευκαιρία για επικοινωνία με τον Θεό, ● για τον πίνακα του Γκύζη που συλλαμβάνει καλύτερα από τους Πατέρες και την μακραίωνη υμνολογία της Εκκλησίας μας το «αειπάρθενο» της Θεοτόκου (σελ. 374), λόγος ο οποίος οδήγησε την συγγραφέα σε συγγραφή «χαρούμενων χριστιανικών τραγουδιών» που καλύπτουν το μεγάλο κενό των «απολίτιστων» Πατέρων μας, ● για την θέση μας στην Εκκλησία, ότι πρέπει να είναι πάντα η ίδια για να μας βρίσκουν οι «μύωπες», καθώς φαίνεται, άγγελοι! (σελ. 363), ● για τα παιδιά, ότι δεν πρέπει να τα αφήνουμε δίπλα σε αρρώστους γιατί τους απορροφάνε την δύναμη (σελ. 331), ● για τους μελαγχολικούς ότι πρέπει να ανοίγουμε τα παράθυρα για να φεύγει η αρνητική ενέργειά τους (σελ. 331) ● και άλλα παρόμοια που μοιάζουν ανόητα, προέρχονται όμως από συγκεκριμένες θρησκευτικο-φιλοσοφικές κινήσεις και ιδεολογίες.


Μέρος Γ΄.

Δʹ. Μηνύματα- Οράσεις-Πλάνες


Οι Πατέρες από νωρίς διευκρίνισαν τον λόγο του Ευαγγελίου, πως ο δαίμονας, επειδή είναι πνεύμα, έχει τη δυνατότητα να μετασχηματίζεται και να φανερώνεται στους ανθρώπους όχι μόνο ως άγγελος σκότους, αλλά και ως άγγελος φωτός.

Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μας προτρέπει: «Μὴ παντὶ πνεύματι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιμάζετε τὰ πνεύματα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν» (Α΄ Ιωάν. 4, 1).

Γι’ αυτό εξ άλλου έχουν και τον Γέροντα οι Μοναχοί, στον οποίο επί καθημερινής βάσεως εμπιστεύονται τους λογισμούς και τις εμπειρίες τους, αλλά και τον Πνευματικό οι κοσμικοί, για να διακρίνουν αυτοί τα πνεύματα, με την βοήθεια φυσικά της Θείας Χάριτος.

Τα Γεροντικά είναι γεμάτα από ιστορίες Μοναχών, οι οποίοι έκρυψαν τις «εμπειρίες» τους από τον Γέροντά τους και, κυριολεκτικά, τους κατάπιε ο σατανάς ή γλύτωσαν την τελευταία στιγμή με την ευχή και μόνο του Γέροντα.

Στο βιβλίο αυτό «Ασκητική της Αγάπης», δεν βλέπουμε αυτή την πράξη ταπεινώσεως και ασφαλείας, αλλά αντίθετα, αν ακολουθήσουμε το πρότυπο της Γαβριηλίας που μας προβάλλει η συγγραφέας, τότε θα πρέπει αδιακρίτως να πιστεύουμε σε κάθε όραμα και «θαύμα», να θεωρήσουμε τους εαυτούς μας αγίους και να κάνουμε υπακοή στον οποιοδήποτε λογισμό μας.

Αναφέρονται στο βιβλίο δεκάδες «μηνύματα» και οράσεις, πουθενά όμως δεν αναφέρεται η καταφυγή σε κάποιον Πνευματικό για την «διάγνωση». Αντίθετα, η Γερόντισσα όχι μόνο δεν είχε ανάγκη Πνευματικού για να την καθοδηγεί, αλλά γίνεται η ίδια καθοδηγητής άλλων, οι οποίοι αναφέρονται στο βιβλίο ως πνευματικοπαίδια της. Επομένως και μόνον αυτό αρκεί για να χαρακτηρίσει κάποιος το βιβλίο επικίνδυνο και λανθασμένο πρότυπο για την πνευματική ζωή και τον αγώνα του Χριστιανού.

Διάφορα «μηνύματα» έχουμε στις σελίδες 23, 40, 41, 47 και αλλού, ενώ οράματα στις σελ. 39, 78 και σε πολλά άλλα σημεία.

Στην σελ. 47 μάλιστα και στην 268 αναλυτικότερα, η Γερόντισσα παίρνει από τους αγγέλους το «μήνυμα» για να γίνει Μοναχή, και το πραγματοποιεί χωρίς την παραμικρή συμβουλή από κάποιον Πνευματικό.

Έχει ακόμα γίνει ήδη λόγος για την «αορασία» της (σελ. 192) και την στενή σχέση με τους αγγέλους, για τους οποίους ατυχώς αναφέρει η Γερόντισσα πως βλέπουν την ουσία του Θεού (σελ. 443) και φυσικά προκαλεί εντύπωση το γεγονός πως ενώ έκαναν τόση παρέα μαζί της δεν την πληροφόρησαν για την εσφαλμένη αυτή θέση! «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακεν πώποτε» ( Ιωάν. 1, 18).

* * *


Ιαματικό χάρισμα


Θα αποτελούσε όμως την μεγαλύτερη παράλειψη, εάν δεν αναφερόμασταν στο «χάρισμα» των χεριών, αφ’ ενός μεν, διότι είναι ένα στοιχείο που χωρίς την ανάγκη άλλων επιχειρημάτων, αποδεικνύει την οικτρή πλάνη, στην οποία είχε περιπέσει η Γερόντισσα και αφ’ ετέρου θα στερούσαμε από τον αναγνώστη το γέλιο που προσφέρουν τέτοιες ανοησίες.

Κάποιες φορές λέει, έκαιγαν και κοκκίνιζαν τα χέρια της τάχα από το Άγιο Πνεύμα. Αν τότε βρισκόταν κάποιος με προβλήματα υγείας και τον ακουμπούσε, θεραπευόταν ο ασθενής και ανακουφιζόταν η ίδια από το έγκαυμα· αλλιώς ξέπλενε τα χέρια της με άφθονο νερό, για να ανακουφιστεί (σελ. 137).

* * *

Ας κάνουμε εδώ κάποιες απαραίτητες αν και αυτονόητες για Ορθοδόξους Χριστιανούς παρατηρήσεις:

α) Το Άγιο Πνεύμα δεν καίει, ούτε ταλαιπωρεί τον άνθρωπο, αλλά αντιθέτως τον «αναπαύει», τον «δροσίζει» και τον φωτίζει και μάλιστα δεν περιορίζεται σ’ ένα μέρος του σώματος, αλλά τον αγιάζει ολόκληρο, ψυχή τε και σώματι. Ο μόνος που καίγεται από την παρουσία του Αγίου Πνεύματος είναι ο Διάβολος, οπότε: ή πραγματικά η Γερόντισσα επισκιαζόταν από το Άγιο Πνεύμα, η ίδια όμως είχε καταληφθεί από δαιμόνιο, πράγμα μάλλον απίθανο, ή το πνεύμα που «επεσκίαζε» την Γερόντισσα δεν ήταν άλλο από το ακάθαρτο και πονηρό πνεύμα.

β) ΄Όταν κάποιος πνευματοφόρος άνθρωπος μεταδίδει το Άγιο Πνεύμα, δεν το χάνει ο ίδιος, διότι δεν μιλάμε για κάτι υλικό και ποσοτικό. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε δεν θα μπορούσαν οι Απόστολοι να χειροτονήσουν άλλους Αρχιερείς παρά μόνο 12, έναν ο καθένας, και ύστερα θα έχαναν οι ίδιοι το Άγιο Πνεύμα, οπότε δεν θα μιλούσαμε σήμερα στην Εκκλησία για Αγίους Αποστόλους.

γ) Αποτελεί μεγάλη βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος να αντιμετωπίζεται σαν λεκές που ξεπλένεται μέσα σε μια λεκάνη με νερό και φεύγει. Αυτό θυμίζει περισσότερο διαφήμιση απορρυπαντικού, παρά «χάρισμα» του Αγίου Πνεύματος.

* * *


Εʹ. Η Αγάπη


Παρ’ όλα τα παραπάνω, θα μπορούσε κάποιος να προβάλει την ένσταση, ότι η Γερόντισσα, κινούμενη από αγάπη, την μεγαλύτερη χριστιανική αρετή, έπραξε ότι έπραξε, αφού «ο Θεός αγάπη εστί».

Όπως όμως θα δούμε, η αγάπη δεν είναι αποκλειστικό «προνόμιο» των ορθοδόξων, αλλά όλες οι κινήσεις την τοποθετούν πολύ ψηλά στην κλίμακα των αρετών. Σημασία έχει το πως νοηματοδοτεί κανείς την λέξη αγάπη.

Αν δεχθούμε την ερμηνεία της Γαβριηλίας που ταυτίζει την αγάπη με τον συγκρητισμό και την άρνηση της αποκλειστικότητας της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας στην Αλήθεια, τότε ούτε ο Χριστός εστίν αγάπη, ούτε ο Eυαγγελιστής της Αγάπης έχει ίχνος απ’ αυτήν, αφού και οι δύο μας προτρέπουν να αποφεύγουμε τις συναναστροφές των αιρετικών.

Αυτού του είδους η αγάπη, που ισοπεδώνει όλες τις θρησκείες και όλα τα πιστεύω, είναι εφεύρημα της «Νέας Εποχής», οι οπαδοί της οποίας παρουσιάζονται ως κατακλυζόμενοι και κατακλύζοντες τα πάντα με άπειρη αγάπη, καθώς και ατάραχοι άνθρωποι.

Πρέπει να ξέρουμε, όμως, πως αυτή η ηρεμία δεν είναι χάρισμα και δωρεά του Αγίου Πνεύματος, αλλά αποτέλεσμα επίπονης και επίμονης προσπάθειας για την εύκολη παραπλάνηση των «συναισθηματικών» ανθρώπων, πολλές φορές δε και αποτέλεσμα αποχαυνώσεως έπειτα από συστηματική πλύση εγκεφάλου.

Η προβολή αυτής της ηρεμίας και αταραξίας ίσως να είναι και ο σκοπός της κυκλοφορίας κασετών με την πραότατη (;) φωνή της Γερόντισσας να απαντά σε ερωτήσεις πνευματικής φύσεως.

Ας μην επηρεαζόμαστε όμως από τέτοια εξωτερικά στοιχεία, που κάθε άλλο, παρά στην απαιτούμενη εγρήγορση μας κρατούν. Οι Πατέρες μας προειδοποιούν ξεκάθαρα, ότι έτσι ακριβώς θα έρθει ο Αντίχριστος: «Θα είναι ταπεινός, ήσυχος, θα μισεί την αδικία, θα αποστρέφεται τα είδωλα, θα προτιμά την ευσέβεια, αγαθός, φιλόπτωχος, ευειδής καθ’ υπερβολήν, ευκατάστατος, ιλαρός εις όλους» (άγιος Εφραίμ ο Σύρος).

Έτσι όμως θα είναι και οι πρόδρομοι και οπαδοί του. Ο Σάϊ Μπάμπα π.χ. πιστεύει πως όλες οι πειθαρχήσεις, όπως η γιόγκα και ο διαλογισμός, είναι χάσιμο χρόνου και επικίνδυνες, αν δεν υπάρχει «ηθική βάση»: «Αλήθεια (sathya), Αρετή (Dharma), Ειρήνη (santi), Αγάπη (Prema), και μη-βία (ahimsa)» [66. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 80].

Ο ίδιος πάλι «κατακλύζει τους πάντες με άπειρη αγάπη, αναζητά την αγάπη παντού και την εγκαθιστά στην καρδιά κάθε ανθρώπου» [67. Αυτόθι, σελ. 158], ενώ και στο εξώφυλλο του βιβλίου «Εισαγωγή στην διδασκαλία του Σρί Σάτυα Σάϊ Μπάμπα», αναφέρεται:

«υπάρχει μόνο μία θρησκεία, η θρησκεία της αγάπης, υπάρχει μόνο μία κοινωνική τάξη, η κοινωνική τάξη της ανθρωπότητας, υπάρχει μόνο μια γλώσσα, η γλώσσα της καρδιάς» [68, Αυτόθι, σελ. 64, 163]. Ακόμα ο ίδιος μας λέει αλλού πως «μόλις υπερνικήσουμε το φόβο μας και αντιληφθούμε πως όλα στη ζωή είναι Ένα, θα είμαστε ικανοί να αφεθούμε να αγαπάμε όλο και μεγαλύτερο κύκλο ανθρώπων» [69. Αυτόθι, σελ. 179]

Μα, θα επιμείνει κάποιος, όπως και να’ ναι τα πράγματα, η Γερόντισσα διακόνησε τον Χριστό στο πρόσωπο του πλησίον.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Το καλό για να είναι καλό θα πρέπει να γίνεται και καλώς.

Αν για παράδειγμα με πρόφαση την αγάπη, που διδάσκει η Εκκλησία, απομακρυνόμαστε από κάθε άλλη της διδαχή και αποδεχόμαστε πλάνες και ψευδείς διδασκαλίες ως αληθείς, τότε το καλό δεν γίνεται καλώς και παύει να θεωρείται καλό. Αυτή είναι η πρώτη μας ένσταση.

Η δεύτερη ένσταση έχει να κάνει με το αν τελείως ελεύθερα και από αγάπη για τον πλησίον έκανε η Γερόντισσα όλο αυτό το έργο της «αγάπης». «Η ονομαζόμενη ανιδιοτελής υπηρεσία, εντάσσεται στην πρώτη ατραπό της γιόγκα, την λεγόμενη “Κάρμα γιόγκα”. Είναι υπηρεσία χωρίς προσκόλληση στο αποτέλεσμα της πράξης σου… Το μονοπάτι αυτό προετοιμάζει άλλες μορφές γιόγκα, ανώτερης τάξης. Γι’ αυτό η ανιδιοτελής υπηρεσία τονίζεται στο σεμινάριο αυτογνωσίας κατά τον πρώτο χρόνο, ενώ κατά τον δεύτερο χρόνο προσφέρονται οι τεχνικές διαλογισμού που κινούνται πέρα από το στάδιο της ανιδιοτελούς υπηρεσίας» [70. Αυτόθι, σελ. 182].

Μετά την ανάγνωση, λοιπόν, του συγκεκριμένου βιβλίου, φρονούμε πως ο αναγνώστης είναι απόλυτα έτοιμος να παρακολουθήσει το δεύτερο έτος του σεμιναρίου, χωρίς την παραμικρή δυσκολία.

* * *

Τίθεται εξ άλλου το ερώτημα: Πώς σ’ ένα Άσραμ, που σκοπός των εγκαταβιούντων είναι η υπηρεσία του γκουρού [71], έμεινε μία Ορθόδοξη Μοναχή, ακολουθώντας μάλιστα πιστά το πρόγραμμα του ΄Ασραμ, ακόμα και ευρισκομένη μακριά απ’ αυτό, οπότε δεν ευσταθεί η δικαιολογία του καταναγκασμού;

[81]. Βλέπε π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 31-31 κ.ε.

΄Ας δούμε τι λέει σχετικά το Σατιανάντασραμ:

«Η ανιδιοτελής υπηρεσία αποτελεί προσπάθεια για τον εξαναγκασμό του νου από τις χονδροειδέστατες επιθυμίες του», ενώ για όσους βρίσκονται στο Άσραμ, αναφέρει: «Το Άσραμ δεν είναι ένα μέρος όπου οι σανυάνσις [72] κάθονται τεμπέλικα και μιλάνε για τον Θεό ή το Μπράχμαν όλη μέρα… Εργάζονται αδιάκοπα από το πρωΐ μέχρι το βράδυ… Η εργασία που κάνουν δεν είναι ιδιοτελής ή με εγωϊστικό κίνητρο… Όταν έρχεστε στο Άσραμ και υπηρετείτε τον γκουρού και εργάζεστε γι’ αυτόν, καθαρίζετε ασυνείδητα το δρόμο και επιτρέπετε στην ενέργεια να περάσει στα ανώτερα και πιο δυνατά κέντρα… Η μέρα αρχίζει στις 4 το πρωΐ και τελειώνει στις 9 το βράδυ» [73]. Ακούμε έναν άλλο Σανυάνσις να λέει: «σηκώνομαι στις 4 το πρωΐ και κάθομαι στην σιωπή ακούγοντας μόνο τα πουλιά… μετά κατεβαίνω στον Γάγγη… στις 12 τρώω το μεσημεριανό… 5 με 6 περίπατο, μέχρι τις 8 ησυχία. Από τις 9 μέχρι τις 4 το πρωΐ κλείδωμα».

72. Οι ινδουϊστές μοναχοί, σκλάβοι και υποτακτικοί και μαθητές του γκουρού.

73. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 46-47.

Και όμως, αυτό είναι το πρόγραμμα της Γερόντισσας (σελ. 71), και μάλιστα μακριά από το Άσραμ, και το οποίο, όχι μόνο είναι το ίδιο με των Σανυάνσις, αλλά δεν περιλαμβάνει και πουθενά προσευχή, η οποία αντικαθίσταται με το θαυμασμό της φύσης και το άκουσμα των πουλιών, πράγμα που αποδεικνύει την επίδραση και την συμμετοχή στην ινδουϊστική λατρεία και φιλοσοφία.

* * *


ΣΤʹ. Φυσιοθεραπεία


Τέλος, θα εκθέσουμε τον προβληματισμό μας για το πόσο έχει να κάνει η φυσιοθεραπεία, η οποία αναφέρεται ότι ασκείτο από την Γερόντισσα, με την γνωστή, κλασσική, παγκοσμίως αποδεκτή και αναμφισβήτητη ιατρική επιστήμη.

Εάν, λοιπόν, είχε οποιαδήποτε σχέση με την ιατρική, πως μπορούσε να θεραπεύει, πριν καν αρχίσει τις σπουδές της φυσιοθεραπείας (σελ. 28); Τι σημαίνει ο όρος «χειροποδιστής» (σελ. 29); Ποια είναι η ειδικότητα που θεραπεύει ψυχή και σώμα (σελ. 30); Ποιος γιατρός θεραπεύει μ’ ένα άγγιγμα, φαινόμενο σύνηθες στις νεοπεντηκοστιανές [75] και γκουρουϊστικές ομάδες, εντελώς όμως ξένο και άγνωστο στην ιατρική επιστήμη;

[85]. Για μια πλήρη και ολοκληρωμένη ενημέρωση για τα «ιαματικά χαρίσματα» των νεοπεντηκοστιανών και την ερμηνεία τους, συνιστούμε το υπέροχο βιβλίο του π. Σεραφειμ Ροουζ, « Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του μέλλοντος», από τις εκδόσεις «ΕΓΡΗΓΟΡΣΗ», του Συλλόγου Προστασίας Αγεννήτου Παιδιού.

Δεν θα ήταν υπερβολή αν χαρακτηρίζαμε το βιβλίο αυτό «αντίδοτο» της Γαβριηλίας, αφού διαβάζοντάς το έχεις την αίσθηση ότι γράφτηκε ως απάντηση στην «Ασκητική της Αγάπης», εφόσον ερμηνεύει όλα σχεδόν τα φαινόμενα της «Νέας Εποχής» και τις επιρροές του Ινδουϊσμού στη Δύση.

Ακόμα υποψίες προκαλεί και ο συνδυασμός της φυσιοθεραπείας με την θετική σκέψη στη σελ. 337, όπου η Γερόντισσα λέει: «…χωρίς να πάθει το μυαλό και η ψυχή, το σώμα δεν αρρωστά. Τώρα πια το ξέρουν όλοι οι γιατροί… Από το κεφάλι αρχίζει η αρρώστια. Με μια σκέψη. Με μια αγωνία… Αλλά είναι και ένα άλλο… Αυτός που κάνει φυσιοθεραπεία, δεν πρέπει συγχρόνως να μιλά. Η ομιλία, όπως ξέρεις, είναι η μεγαλύτερη ενέργεια που έχει ο άνθρωπος».

Τέλος είναι εύλογο το ερώτημα: Για ποιον λόγο ένα Άσραμ εκδίδει, και μάλιστα με δικά του έξοδα, το βιβλίο της Γαβριηλίας, που περιέχει φωτογραφίες με τις διάφορες στάσεις των χεριών της και την μέθοδο δικής της εμπνεύσεως (σελ. 51), αν δεν έχουν σχέση με τις δικές τους μεθόδους και αντιλήψεις; Τόσο πολύ εκτιμούν οι Ινδουϊστές και οι γκουρού την επιστήμη και κόπτονται για την πρόοδο της, ή μήπως η Γερόντισσα ήταν τόσο σπουδαία επιστήμων που εφεύρε μεθόδους θεραπείας χωρίς την παραμικρή επιστημονική και εργαστηριακή έρευνα και μελέτη;

Όλα τα παραπάνω μας παραπέμπουν, δυστυχώς, στις λεγόμενες «εναλλακτικές θεραπείες», οι οποίες, φυσικά, είναι ασυμβίβαστες με την Ορθόδοξη Πίστη και την ιδιότητα του Ορθοδόξου Χριστιανού, αφού βασίζονται σε ανατολικής προελεύσεως κοσμοθεωρίες και επιδράσεις και κυρίως στην ολιστική θεώρηση του κόσμου.

*

Πρέπει εδώ να σημειώσουμε, ότι στην χώρα μας, την δεκαετία του ’80, καταβλήθηκαν προσπάθειες ενοποίησης των λεγομένων μεταφυσικών ομάδων, για την δημιουργία Ομοσπονδίας Αποκρυφιστικών Κινήσεων… Η πρώτη συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας της Ελλάδος… Το κείμενο της συνάντησης… αναφέρει πως υπάρχουν άπειρες πτυχές και διακλαδώσεις της μεταφυσικής φιλοσοφίας.

Παραθέτει μάλιστα ένα ατελές σχέδιο που χαρακτηρίζεται πρώτη μελέτη… Στο κείμενο παρατίθενται 4 στήλες: Θρησκεία, Εσωτερισμός, Σχολές Γιόγκα και Υγεία, στην οποία συμπεριελήφθη και η φυσιοθεραπευτική [76. π. Aντωνίου Αλεβιζοπούλου, Γκουρουϊσμός…, σελ. 68, 83].

Ακόμα, οι απόψεις της Γερόντισσας συμβαδίζουν σε πολλά σημεία με τις απόψεις άλλων «εναλλακτικών θεραπειών», αφού έχουν άλλωστε όλες την ίδια βάση και αποτελούν ουσιαστικά «διασκευές του ίδιου έργου».

* * *

Θα παραθέσουμε, λοιπόν, κάποιες ομοιότητες της «φυσιοθεραπείας» που ασκούσε η Γερόντισσα (χρησιμοποιώντας σαν οδηγό τις δικές της σκέψεις), με κάτι, φαινομενικά άσχετο, την ομοιοπαθητική, όπως παρουσιάζονται στο βιβλίο της Πρωτοβουλίας Γονέων Βορ. Ελλάδος, για να γίνει πιο κατανοητή και εμφανής η σχέση των «θεραπειών» αυτών:

α) «…Με βάση αυτή την κοσμοθεωρία του απολύτου πανθεϊστικού μονισμού, που εκφράζεται με το γνωστό δόγμα του αποκρυφισμού “εν το πάν” (όλα είναι ένα), ερμηνεύει η ομοιοπαθητική και το φαινόμενο της ασθένειας: Η ζωή υπάρχει όσο ο υπέρτατος Θεός που είναι μια ουσία, ρέει συνεχώς προς τα όντα… Αυτή η θεία ουσία ή ενέργεια… είναι αυτό που η ομοιοπαθητική ονομάζει “Ζωτική ενέργεια”» [77. «Η ομοιοπαθητική ασυμβίβαστη με την ορθόδοξη πίστη», Πρωτοβουλία Γονέων Βορείου Ελλάδος, σελ. 8].

(Παράβαλε τις απόψεις της Γερόντισσας για το μαύρο χρώμα και δες και το κεφάλαιο περί της ολιστικής θεωρήσεως του παρόντος).

β) «Κατά τον Γιώργο Βυθούλκα, εκτός από την ομοιοπαθητική και τον βελονισμό, μια άλλη θεραπευτική μέθοδος είναι η “δι’ επιθέσεως των χειρών” από ένα υψηλής πνευματικής στάθμης άτομο… που στην πραγματικότητα είναι κανάλι παγκοσμίων ενεργειών» [78. Αυτόθι, σελ. 12]

(Βλέπε σελ. 28 της « Ασκητικής της Αγάπης» περί του χαρίσματος των χεριών της αλλά και το γεγονός, ότι θεράπευε πριν αρχίσει τις σπουδές της, αλλά, όπως λέει η ίδια, «άλλος ήταν ο θεράπων». Προφανώς αυτή ήταν το κανάλι).

γ) «Ένα άλλο σημαντικό σημείο της θεωρίας της ομοιοπαθητικής είναι η θεωρία των “μιασμάτων”, με την οποία οι ομοιοπαθητικοί προσπαθούν να ερμηνεύσουν την δημιουργία των διαφόρων ασθενειών…

Ο άνθρωπος πλάστηκε ελεύθερος, πλάστηκε με την δυνατότητα να σκέπτεται και να πράττει είτε το καλό είτε το κακό. Για να γίνει λοιπόν επιρρεπής στο ψωρικό μίασμα… θα έπρεπε να υπάρχει η επιθυμία για το λανθασμένο και το κακό. Έτσι ο άνθρωπος με το να σκέπτεται και να επιθυμεί το κακό προετοιμάζει το σώμα να δεχθεί την ασθένεια» [79. Αυτόθι, σελ. 17]

(Βλέπε στην υποενότητα της μελέτης μας περί της θετικής σκέψεως).

δ) ΄Αλλωστε, η ομοιοπαθητική θεραπεία προχωρεί από την ψυχή προς τον νου και το σώμα [80, Αυτόθι, σελ. 20] ή όπως το λέει η Γερόντισσα: «Ότι έχει σχέση με το σώμα του ανθρώπου, έχει σχέση και με την ψυχή του. Αν πάτε κάποτε να θεραπεύσετε ένα χέρι που πονεί ή ένα πόδι, βλέπετε ότι πονεί περισσότερο η ψυχή...» (σελ. 338).

* * *


Ζ΄. Αρίστη εισαγωγή στον Γκουρουϊσμό


Υπάρχουν πολλά ακόμα στοιχεία, τα οποία δεν θα ωφελήσουν κάτι παραπάνω όποιον προκατειλημμένα πιστεύει στην αγιότητα της Γερόντισσας, ενώ τα λίγα αυτά θα βοηθήσουν τον καλοπροαίρετο και όποιον πραγματικά ενδιαφέρεται για την αλήθεια. «Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».

Πάντως όπως και να’ χει το πράγμα, το βιβλίο αυτό, «Η Ασκητική της Αγάπης», αποτελεί άριστη εισαγωγή στον Γκουρουϊσμό και ένα όπλο στα χέρια της «Νέας Εποχής» για την διάβρωση της ορθόδοξης συνειδήσεως και το άνοιγμα του δρόμου για την ίδρυση της Πανθρησκείας.

Επίσης κατά τον π. Αντώνιο Αλεβιζόπουλο, «εκείνος που θα συγκρίνει το Άγιον Όρος με τα Ιμαλάϊα, και θα σπεύσει να βγάλει το συμπέρασμα πως είναι το ίδιο πράγμα, αγνοεί κάτι πολύ βασικό… Δεν υπάρχει, λοιπόν, κοινό στοιχείο μεταξύ της ασκητικής παραδόσεως της Εκκλησίας μας και των ομάδων αυτών, ή των τεχνικών τους. Το ότι συμπερασματικά προβάλλεται μια τέτοια ανύπαρκτη θέση αποτελεί πλάνη ή παγίδα, ακόμη και αν γίνεται από χριστιανούς θεολόγους» [82] ή ιεραποστόλους, θα προσθέταμε εμείς, αν και η Γερόντισσα δεν δικαιούται να φέρει τον τίτλο αυτό, αφού ήταν, όπως φαίνεται από τις κατηγορίες που τους προσάπτει, εκ πεποιθήσεως εναντίον των ιεραποστόλων και του έργου τους [83], ταυτίζοντας την ιεραποστολή με κοινωνική μόνο προσφορά, ινδουϊστικής μάλιστα προελεύσεως, όπως είπαμε, και δεν κατήχησε κανένα στην Ορθόδοξη Πίστη, αλλά αντιθέτως «κατηχήθηκε» η ίδια σε αλλότρια δόγματα, χωρίς να δώσει την Ορθόδοξη Μαρτυρία και Ομολογία που θα όφειλε ως ιεραπόστολος.

[82]. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός…, σελ. 232-233.

[83] Βλ. σελ. 48-49, όπου κατηγορούνται οι ιεραπόστολοί μας ως «καλοπερασάκηδες» σε αντίθεση με την Γαβριηλία, πρότυπο ιεραποστόλου, αλλά και άλλους ετεροδόξους πλην όμως αγίους, κατά την Γερόντισσα, ιεραποστόλους, όπως π.χ. η Grundy, σελ. 211-212.

Στην σελ. 54, για παράδειγμα, αναφέρεται, απροκάλυπτα μάλιστα, πως η Γερόντισσα μετείχε σε τελετές για τα γενέθλια του γκουρού Sivananda, τελετές δηλαδή λατρείας του γκουρού, ως θεού. Όταν κατά το τυπικό, της προσέφεραν να πιει γάλα από αυτό μέσα στο οποίο είχε πλύνει ο γκουρού τα πόδια του, αυτή απλώς έπλυνε τα χέρια της, λέγοντας πως έτσι κάνουμε εμείς στην Ελλάδα.

Τι ζητά όμως ένας Ορθόδοξος Χριστιανός και δει ιεραπόστολος σε παγανιστικές τελετές λατρείας του γκουρού; Πού είναι η κατήχηση ή τουλάχιστον η Ορθόδοξη Μαρτυρία και Ομολογία; Δεν διδάσκει τους ανθρώπους με την παρουσία της πως δεν υφίστανται σημαντικές διαφορές μεταξύ Ινδουϊσμού και Ορθοδοξίας;

Έχουμε στα Συναξάρια της Αγίας μας Εκκλησίας πολλούς Μάρτυρες, οι οποίοι θυσίασαν την ζωή τους, επειδή αρνήθηκαν, όχι μόνο να δώσουν, αλλά και να πουν, ότι έδωσαν λίβελλο αλλαξοπιστίας ή ακόμα και παιδιά (στην ηλικία), που μαρτύρησαν για να μη καταλύσουν, όχι τα Δόγματα της Πίστεως μας, αλλά άγραφες και νεώτερες (όπως πολλοί σήμερα περιφρονητικά λένε ζητώντας μάλιστα και την κατάργησή τους) Παραδόσεις, όπως την νηστεία του 15αυγούστου [84].

[84] Ο Άγιος Ιωάννης ο εκ Μονεμβασίας μαρτύρησε, επειδή δεν δέχθηκε να καταλύσει την νηστεία της Παναγίας, παρά το ότι η μητέρα του τον παρακαλούσε για το αντίθετο. Ο Άγιος, παρά το νεαρό της ηλικίας του, αρνείτο πεισματικά, απαντώντας προς την μητέρα του: «Εγώ μητέρα είμαι παπά παιδί και περισσότερο από τους άλλους πρέπει να τηρώ τα καθιερωμένα».

Στον ίδιο επίσης γεωγραφικό χώρο, αυτόν της Ινδίας, ο Άγιος Απόστολος Θωμάς κήρυξε τον Χριστό, βάπτισε πολλούς, διαλύοντας τα δαιμονικά είδωλα, θαυματούργησε και τελικώς μαρτύρησε, όσο και αν η Γερόντισσα εκλαμβάνει τις πράξεις αυτές ως ένδειξη μίσους και φανατισμού.

Οι Χριστιανοί δεν καλούνται να αναζητήσουν κάποιο ανύπαρκτο κοινό θρησκευτικό έδαφος ή ένα κοινό δρόμο σωτηρίας. Εκτός από την αγάπη που οφείλουν σε όλους, πρέπει να είναι έτοιμοι να προσφέρουν και την ομολογία «της εν ημίν ελπίδος παντί τω αιτούντι μετά πραότητος και φόβου».

Αυτό αποτελεί το δικό μας χρέος, ιδιαίτερα όταν διαπιστώνουμε πως σήμερα υπάρχουν τόσες φωνές, που φέρνουν σύγχυση και αποπροσανατολίζουν ακόμα και ανθρώπους της Εκκλησίας [85. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Διαλογισμός …, σελ. 237].

Στην συγγραφέα όμως του βιβλίου, ταιριάζει αυτό που ο π. Αντώνιος έχει γράψει για τον Νατζέμυ:

«Ισχυρίζεται πως είναι χριστιανός. Ταυτόχρονα αναγνωρίζει το γκουρού Σάϊ Μπάμπα ως Δάσκαλο και θεωρεί την διδαχή του τουλάχιστον ισάξια με την Καινή Διαθήκη. Έχει συναίσθηση πως οι δύο πραγματικότητες, η προσευχή και ο διαλογισμός, είναι μεταξύ τους ασυμβίβαστες; Αν όντως δεν μπορεί να διακρίνει τα δύο αυτά πράγματα, βρίσκεται σε οικτρή πλάνη και παρασύρει σ’ αυτή την πλάνη ανύποπτους χριστιανούς. Αν όμως το έχει υπ’ όψιν του, τότε πρόκειται για ανέντιμη συμπεριφορά και ανεπίτρεπτο τρόπο προσηλυτισμού» [86. Αυτόθι, σελ. 225].

* * *


Ως Επίλογος


«Για όσους ευρίσκονται έξω από την Εκκλησία, η εμμονή στα δόγματα θεωρείται φανατισμός. Για εμάς τους ορθοδόξους αυτό είναι όρος ζωής και ύπαρξης. Η αποκλειστικότητα του προσώπου του Χριστού, δηλαδή το χριστολογικό δόγμα, είναι αυτό που θεμελιώνει την προσευχή και ιδιαίτερα την νοερά προσευχή. Χωρίς αυτό το δόγμα δεν υπάρχει προσευχή. Κάθε πνεύμα που δεν ομολογεί τον Χριστό “εν σαρκί εληλυθότα” είναι πνεύμα αντιχρίστου. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για θέμα οικουμενικής ευρύτητας και φιλαδέλφειας ή “καλωσύνης”, ώστε να παραβλέψουμε αυτή την διαφοροποίηση. Η αποκλειστικότητα αυτή είναι δείγμα πραγματικής αγάπης προς τους συνανθρώπους μας» [87. Αυτόθι.].


Σχολιάστε

Σχολιάστε